FBbox/https://www.facebook.com/KarditsiotikaMaslatia
Αν σας αρέσουν οι αναρτήσεις , ακολουθήστε στο facebook

 

Πατήστε 👉 Γυρίστε. στην Αρχική σελίδα

Γεωργία Διάκου





Ανθολογία ποιητών που κατάγονται ή διαμένουν στο νομό Καρδίτσα.

Γεωργία Διάκου- γεννήθηκε στην Καρδίτσα το 1995. Κατοικεί στη Θεσσαλονίκη . Σπούδασε στο τμήμα

Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. και είναι φοιτήτρια του τμήματος Θεάτρου της
Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. Έχει μία αδερφή. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε
ηλεκτρονικά περιοδικά. Διατηρεί το ιστιολόγιο: 

sociallubricant.espivblogs.net

Άλισον Μπρι

πετιέται / τρέμει/ δαγκώνει την όψη
κρύβεται στο φως
αν ήταν ,της λέει ,θα ήσουν ήδη
κι αυτό συγχύζεται
αγκυλώνεται απ’ τα λόγια
υποτάσσεται στην εμφάνιση

έτσι, υπήρξε το μάτι της Άλισον Μπρι
στην αποβίβαση αερολιμένων
σ’ αυτό που γράφουν για τη φανταστική κοινότητα
και την Αμερική

ο χώρος του θεάματος
είναι μία κάμερα να κοιτά τα ληγμένα δρομολόγια
κι όχι το γάλα κολλημένο στην κατσαρόλα

ένα γκρο πλαν στην τροφή
( διατροφικός πίνακας
και καταγραφή της πέψης)

η Άλισον Μπρι έχει έξι κουμπιά στο παντελόνι της
κουρεύεται μία φορά το τρίμηνο
και διασκεδάζει δένοντας τα πρόσωπα του κοινού

δένει ανεπαίσθητα
καθώς η κάμερα πιάνει τις εκπτώσεις στην βιτρίνα
κι όχι μία μαζική κίνηση

χρησιμοποιεί την ιαπωνική τέχνη του δεσίματος
πρώτα το πρόσωπο με το διπλανό του
ύστερα τα ανοίγματα
αφτιά
μύτη
στόμα
τελευταίο στάδιο
αναποδογυρίζει τα μάτια του κοινού
γιατί τα δικά της
τόσο έξω πια
καλύπτουν το πλάνο και κλαίνε
( η επιφάνεια είναι το γαλάζιο βάθος της ορμής
φαίνεται λιγότερο
ζει μοναδικά)

το πλάνο γοητεύει με κάδρα
ποτέ καμιά δεν ενδιαφέρθηκε για αεροπλάνα
μία ηθοποιός συνοδεύει το σενάριο
μέχρι την έξοδο
το μάτι της ήταν αυτό
που έπαιξε σε τέσσερα δεύτερα όλη τη σεζόν

η Άλισον Μπρι μαθαίνει τα λόγια της
και το κοινό κωδικοποιεί τα σήματα
γαλάζιο πλάνο / ορμή Λας Βέγκας/ τροφή έξι κουμπιών
δέσιμο μύτη/ καταπέλτες μάτια/ αναχωρήσεις θέαμα
Παίζει τόσο ωραία πια
που δεμένες χορεύουμε
κι εγώ αγαπώ

άστα να πάει

από την καρέκλα που είχε στο πεζοδρόμιο για να χαϊδεύει τον σκύλο μέσα από τα κάγκελα
είπε:
κάνω φυσικοθεραπείες εγώ
έχω κάτι
έναν πόνο
ίσως περισσότερους
που κατοικούν μαζί μου στο σπίτι
έχω παρέα εγώ
τους πόνους
τους ετοιμάζω αποβραδίς στο σώμα μου
τους δίνω χάπια και ζάχαρη με το κουτάλι

και συνέχισε:
με τις φυσικοθεραπείες δεν προλαβαίνω
να κατέβω για δουλειά
εσύ έχεις τον κόκκινο κουβά και την σκούπα σου
και ο δήμος σού δίνει μάσκα για να καθαρίζεις τα πεζοδρόμια
«η καθεμιά βγάζει την ζώνη από τη μέση της
έχει τον δικό της όγκο να μαζέψει. Ο όγκος που είναι το σπίτι μαζί.
Το σπίτι μαζί με εσένα.»
το σπίτι είναι τα χαρτιά, οι κάλτσες, η κουρτίνα του μπάνιου
θλιβερό να το αφήνεις πίσω
θλιβερό να επιστρέφεις σε αυτό
ξέρεις πως θα σε βρίσκει όπου κι αν πας
ξέρεις πως τα αντικείμενα θα αναπαράγουν τις ποιότητες
στον κύκλο της δικιάς τους ζωής
ακόμα μία θεϊκή μέρα
«πώς είσαι έτσι; αν σε δουν τα παιδιά σου αλίμονο.
Χτένισε λίγο τα μαλλιά σου και βάλε μία μάσκαρα. Τα μάτια σου είναι κλειστά.
Πού πήγαν τα γυαλιά και οι φακοί σου; Τα λεφτά που σου έδωσα για βαφή;
Μάζεψε τον εαυτό σου, χαρά είναι.
Κανείς δεν θέλει μία γριά για μάνα »
και αυτή με την μάσκα που της έδωσε ο δήμος και τον κόκκινο κουβά
περπάτησε τον δρόμο προς τα κάτω
στο λαιμό της είχε μια ελιά
το βάρος την έκανε να γέρνει προς τα δεξιά
ο σκύλος σήκωσε το πίσω πόδι του
και αφέθηκε συνοπτικά

κοιτώντας το σύμπλεγμα- πόδι του σκύλου σε φυσική λειτουργία -μονολόγησε:
άστα να πάει
όμως, έχω τις φυσικοθεραπείες μου εγώ
τους πόνους
τα συμμαζέματα
την ψυχανάλυση που κάνω όταν με βλέπω στους καθρέφτες και τα τζάμια
όταν παίρνω απόφαση να εγκαταλείψω αυτό το σπίτι
όταν παίρνω απόφαση να γυρίσω οριστικά τον χρόνο μου
μπρος και πίσω, ιδανικά.

Διηάνειρα

τα μαλλιά στηρίζονται σε μάλλινο ρούχο
που από μένα χαρίζεται
στις καρδιές που κάηκαν σε λάσπη

κι ήμουν εγώ πνιγμένη
μέσα σου
εξαρτημένη από την κεντρική αρτηρία
το ρόπαλο ήταν το δέρμα
εσύ είσαι αυτό που η δύναμη παράγει

γλείφω ακόμα το πλευρό
ως περίσσια φυλακή της δημιουργίας

και ξεχνούν όσοι το ποτάμι κολυμπούν
πως ό,τι έφτιαξα / έφαγα/ έκλεψα
πέθανε δικό μου για πάντα

Θάνατος πουλιού σε πρωινή βόλτα

Τα φιλιά μου θα έφταναν να σε χειρουργήσουν; Ξαπλωμένο μέσα στο νερό και τα φτερά σου με σταχτιές κηλίδες. Ένα πρόσωπο που δεν αναγνωρίζω, ένα κεφάλι που δεν λέει τίποτα για μένα. Καμιά συμβουλή για το πώς μπορώ να περάσω όμορφα, Σάββατο βράδυ προς Κυριακή ξημέρωμα. Δύο πόδια κοιτάνε τον ουρανό. Τα πόδια σχηματίζουν βέλος προς ένα απαλό σύννεφο. Μοιάζει με παντελόνι, levis του ’86 , μπορείς να το αγοράσεις σε ιστοσελίδα με vintage κομμάτια. Ο λαιμός του σπασμένος και ήσυχος. Ο ήχος που περνούσε γινόταν τραγούδι. Ο ήχος είναι μία πιθανότητα του αφτιού, άλλοτε συμβαίνει και άλλοτε όχι. Ήταν πτώση , αρρώστια , μάχη, γήρας; Μήπως φταίει κάτι που έφαγε από τα σκουπίδια; Η τομή ξεκινάει από το στέρνο και φτάνει στον πάτο της θάλασσας. Οι πιθανότητες  επιβίωσης είναι μεγαλύτερες αν αφαιρεθούν τα φτερά. Για αυτό το πουλί οι πιθανότητες εξαντλήθηκαν. Σε λίγο, τα ψάρια και ο ήλιος θα πάρουν τις δικές τους πιθανότητες από το σώμα. Φιλάω το χέρι μου και το ξεπλένω στο νερό -μία προσπάθεια αποχαιρετισμού- . Τα πούπουλα αποκτούν την σκληρότητα ενός ξύλινου κουτιού που καλείται φέρετρο. Τα υπόλοιπα αφήνονται στο νερό και τον χρόνο.

Μεταφορές
Κλάμα
Όροι
Μεταφορές
Το γρασίδι μουσκεύει το μάτι
Η θάλασσα κηδεύει τους αγνώστους της
Ο στίχος συζητά για την θνητότητα

Προβάρω πινακίδες με νοήματα
Στα τρία ψωμιά το τέταρτο δώρο/ στο χαρτί οδηγιών θα βρείτε τα απαραίτητα/ μυοσκελετικοί πόνοι;
Ο Κένταυρος Νέσσος απαγάγει το ποθητό κομμάτι
Κομμάτι τρία από το Roseland NYC
Κομμάτι πέμπτο από τον κύκλο της πίτσας
Κομμάτι όγδοο από την αναδιανομή της γης

Ένας άνδρας λερώνει το παπούτσι του με παγωτό
Ύστερα ταξιδεύει στην Ιταλία. Ο λαιμός του είναι ξερός.
Έχει πυρετό. Το παγωτό περπάτησε προς το σώμα του. Μετέδωσε
Τον ιό. Το χωριό όπου κλείστηκε για τους επόμενους δύο μήνες διέθετε
Ένα αντίγραφο του συμπλέγματος του Λαοκόντα. Οι ντόπιοι αγαπούν τις τραγωδίες.

Μερικά μουσκεμένα πανιά
Α) μαζεύουν τα δάκρυα
Β) ρίχνουν τον πυρετό
Γ) ανταποκρίνονται στον ηλεκτρισμό

Ο κουβάς του Λεοπόλντο ήταν δεμένος στο σακίδιο στην εξωτερική πλευρά του φερμουάρ της δεύτερης θήκης. Από εκεί γεννήθηκαν οι όροι του μοιράσματος της ομορφιάς και ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης. Ο κουβάς περιείχε φυσικό μεταλλικό νερό και λίγο χώμα από το ταξίδι επόμενου
ποιήματος.

μουσική-ήχος-αφτιά

Και αυτοί που ακούν μουσική στις στάσεις, στα τραίνα, τα λεωφορεία, τα αστικά. Αυτοί που
ταξιδεύουν για να ακούσουν. Η άλλη πλευρά τους βάζει στους άηχους . Δεν δέχονται ούτε
παράγουν τον ήχο. Ο ήχος είναι η μουσική, η μουσική είναι η ικανότητα να την παίρνεις και
να την βάζεις στα δόντια με το δάχτυλο και να την αφήνεις να φύγει. Όπως εκτελείται η
κίνηση, όπως το σώμα της θα στροβιλιστεί και θα πέσει και ύστερα θα πούμε «ααα η πιο
εξαίσια κίνηση στον κόσμο». Αφού συμβεί θα καταγραφεί, θα σκορπιστεί, θα γίνει ένα
ψηφιακό αρχείο για μετακίνηση σε απομακρυσμένες περιοχές, καρδιά, συκώτι, κοιλιά.
Έπειτα, θα πρηστούν τα όργανα. Έπειτα, θα ενωθούν. Έπειτα , θα φτιάξουν ένα άγαλμα από
μύες, αίμα, αρτηρίες. Έπειτα, θα πεθάνουν μαζί. Έπειτα, το χωριό θα πάρει το όνομά τους.
Αυτοί που ακούν μουσική μόνο όταν τους την προσφέρουν. Όταν υπάρχει για τους
πολλούς, όταν κάποιος λέει βάλτε στερεοφωνικό ή playlist και ενώστε το με τα ηχεία. Τότε
συμβαίνει αυτοί να αποκτούν αφτιά. Δύο γεννημένοι σπόροι σκάνε στο κεφάλι τους και
δένουν ένα περίεργο κοχύλι στα πλαϊνά των ματιών. Είναι ροζ και πονάνε, μα γρήγορα
γίνονται σώμα και ήχος . Aναπαράγουν το ερέθισμα.

Σκηνικές οδηγίες

Η Άννα μπαίνει στο διάδρομο, που είναι ένας ξύλινος πάσσαλος καρφωμένος στο πάτωμα. Άπό εκεί
ξεκινά η σκηνή. Τα καθίσματα των θεατών έχουν κολλημένα στην οπίσθια όψη τους αριθμούς
ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, από εκεί ξεκινά η θάλασσα. Η Άννα επιχειρεί ένα ταξίδι ενηλικίωσης στην
Ύδρα. Θα παίξει πόκερ με την Μαργαρίτα Καραπάνου. Άπ’ τη θάλασσα φτάνει κοντά της η άλλη
Μαργαρίτα, η μαμά. Της βάζει το δάχτυλο στο στόμα. “ Πάχυνες” της λέει “και συ, Άννα” συμπληρώνει.
Η Άννα λέει πως δεν είναι η μαμά της και πρέπει να πάρει τα λεφτά της πίσω. Γιατί τα λεφτά δεν είναι
παίξε γέλασε, χρειάζονται για την συνέχεια. Η Μαργαρίτα, η μικρή , παραγγέλνει ένα ταψί
γαλακτομπούρεκο. Η μαμά φεύγει. Στη σκηνή η Άννα φέρνει το ταψί που βρίσκεται πίσω από τον
ξύλινο πάσσαλο. Το ταψί έχει γαλακτομπούρεκο και λεφτά. “ Όλα μέσα”. Η Άννα ποντάρει και
σπρώχνει το σκεύος. Στη θάλασσα τρέχουν τα σάλια των θεατών. Άραγε θα φάνε; Τα στοιχήματα
μπαίνουν. Η ταξιθέτρια που είναι και μηχανικός πλοίων μαζεύει τα λεφτά. Η Μαργαρίτα και η Άννα
κοιτάζονται για ώρα. Καθεμιά παρατηρεί τις ελάχιστες κινήσεις. Τα χαρτιά μοιράζονται. Το παιχνίδι
είναι στο τέλος του. Ο προβολέας μετακινείται σα φάρος. Η θάλασσα βγάζει το πλοίο στα ανοιχτά, στην
έξοδο κινδύνου.

στο σπίτι της πεθαμένης

όταν ένας μαθητής του Γκουρτζίεφ
την πήρε παράμερα
εκείνη έδειξε τη φούστα της
σαν αποδεικτικό στοιχείο
η βλέννα απ’ το σώμα της
γαλάζια και πηχτή ανάβλυζε
κάτω από τις πιέτες
τα δαντελωτά της καλτσάκια
πέτρωσαν
με το υγρό
να γίνεται μάρμαρο
καθώς φτάνει στις πατούσες

είπε τότε ο μαθητής
να βρει έναν τόπο στην καρδιά της
που κινείται
έναν τόπο που
ούτε οι άνθρωποι
ούτε άλλο πλάσμα
μένει ίδιο
όταν τον συναντά

έσφιξε τα χέρια
και προσπάθησε
να φτιάξει νερά που σμίλευαν
χώμα που φτερούγιζε
και νεκρούς που μιλούσαν
τις σαράντα γλώσσες των εποχών

ο μαθητής πιασμένος από
την θέληση να κάνει
ό,τι ο δάσκαλος προστάζει για σπουδαίο
έπεσε στα πόδια της
και με την άκρη των νυχιών
κίτρινων και μισαφαγωμένων
σκάλιζε την πέτρα των ποδιών

γυρνώντας η μικρή από
τον τόπο της καρδιάς της
έβγαλε ένα λαδί πουκάμισο

τα μπούτια της γέμισαν
κάτουρο
και το οξύ έλιωσε
την παγωμένη βλέννα

ανήμπορος στην φυσική
ο μαθητής έκλαψε
πήρε το πουκάμισο
και είπε
“ ξέρω πως είναι για τη Λούσυ.
Θα το φυλάξω όλο τον αιώνα.”

Τι είδε ο Τζακ όταν μπήκε σε εκείνο το δωμάτιο που κανείς δε θα ήθελε να νοικιάσει ακόμα
κι αν περνούσε από το Θέα για έναν γρήγορο ύπνο και λίγο ουίσκι των 50 ml από το μίνι
μπαρ.

Ο Τζακ άνοιξε την πόρτα και τα δύο λαμπατέρ ήταν αναμμένα. Είδε ένα σχοινί να τυλίγεται
στα πόδια του και να πέφτει πάνω στο χαλί. Το χαλί ήταν κόκκινο και χρυσό και είδε πως
άνοιγε στην μέση την καρδιά του και ο Τζακ έπεφτε μέσα ολόκληρος. Είδε πως αυτό το
μέσα που έπεφτε ήταν ένας τάφος με σκατά και σπασμένα αυτοκινητάκια και είδε πως εκεί
υπήρχε ένα μπαρ που προσέφερε την αγαπημένη του μάρκα ουίσκι. Είδε πως ένας
υπερήλικας μπάρμαν τού χαμογελούσε, έχοντας ήδη σερβίρει το ποτό του και ψέκαζε
αρωματικό χώρου βανίλια για να μη μυρίζουν τα σκατά και έρθουν οι μύγες και κολλήσουν
πάνω τους και τους φάνε το δέρμα γύρω από το στόμα που ήταν ήδη πεθαμένοι. Είδε ο
Τζακ πως τα αυτοκινητάκια κυλούσαν πάνω κάτω κι όχι μπρος πίσω και δεν είχαν ρόδες,
μόνο κίτρινα φώτα σαν το κίτρινο που είχε το χαλί στην ύφανση και στον Τζακ θύμιζε το
χρώμα που είχαν τα αρρωστημένα λουλούδια της θείας Νέλλυ και τα λεμονοχώραφα που
δούλευε τα καλοκαίρια μέχρι να τελειώσει το σχολείο. Ο Τζακ είδε ένα σκύλο να του γλείφει
το αφτί και όταν ο σκύλος γύρισε από την άλλη είδε πως η κοιλιά του ήταν γεμάτη αίμα και
όργανα που σφύριζαν έναν ήχο βαλς. Ο Τζακ είδε το γραμμόφωνο να ανοίγει και να παίζει
τα βαλς της παλιάς Ευρώπης και όταν το γραμμόφωνο σταμάτησε ,μία οθόνη του έδειξε
σκηνές από τους πολέμους , του έδειξε στρατιωτικές στολές, χαρακώματα, εμβατήρια. Του
έδειξε ξυρισμένα κεφάλια, γδαρμένα μάγουλα, οπλικά συστήματα. Η οθόνη του έδειξε
καπνό, φωτιές, αφίσες, πλήθη, φούρνους για ανθρώπους , ζελέ από διαλυμένα σώματα,
αλλά και κείμενα, ηλιοβασιλέματα, γάμους , δάση, πτήσεις με αλεξίπτωτο , βιενέζικους
λουκουμάδες με γέμιση σοκολάτας. Είδε να αναβλύζει το πάτωμα νερό και αυτός να
περπατά επάνω του έχοντας έναν μικροσκοπικό δεινόσαυρο στην παλάμη του και είδε την
Γουέντι να πνίγεται και να ζητάει βοήθεια , κρατώντας την κοινωνιολογία του Giddens και
είδε πως αυτός έπαιρνε το βιβλίο και διάβαζε πως φτιάχτηκε ο κόσμος και έτσι κατάλαβε
πρώτη φορά πως είναι να ξέρεις κάτι που είναι μεγάλο και ισχυρό. Ο Τζακ είδε πως το
στόρι ήταν στραβό και είδε πως σε αυτό το μικρό άνοιγμα ήταν κρυμμένα τα νεογιλά δόντια
του Ντάνι. Αυτά έπεφταν και φύτρωναν στο πάτωμα καρπούς που σάπιζαν γεννώντας
μακέτες από το ξενοδοχείο Θέα. Ο Τζακ είδε τη γλώσσα του να βγάζει ////////////////////
καθέτους , καλάμια που τα στήριζε στο υπέρδιπλο κρεβάτι και είδε και τα κόκαλα της
πλάτης του να τρίβονται σε γραμμές εργοστασίων μέσα στο πάπλωμα. Είδε μία μύγα να
του μιλά τα μάντρας και να κολυμπάει σε ένα ποτάμι που άνοιξε στον κρόταφό του. Ο Τζακ
είδε πως απ ΄τη ντουλάπα βγήκε η Κίρστεν Ντένε βαστώντας το κρανίο του Ντάνυ
λέγοντας πως τώρα πια αυτό θα είναι ο Γιόρικ και ο Ντάνυ θα κατοικεί για πάντα μες στο
θέατρο , γιατί βασανίστηκε και πέθανε από τον πατέρα του δίπλα στο παστό το κρέας. Είδε
το φως να τεμαχίζει το δωμάτιο και αυτός να πέφτει στα πόδια της Γουέντι , μέσα στο μουνί
της να μπαίνει και να κατασπαράζεται από άλογα με γαλάζια μάτια. Ο Τζακ όταν μπήκε στο
δωμάτιο είδε τον εαυτό του σε καθρέφτη, τις ρυτίδες γύρω από τα μάτια, την πρησμένη του
κοιλιά, το λυπημένο του πέος και σκέφτηκε πως γέρασε και πως θα ήταν καλύτερα να
επιστρέψει στη μήτρα και είδε πως σκότωνε τον γιο του για να ξεγελάσει τη σειρά και να
φτάσει πριν την ύλη ολομόναχος στο φως και το πυκνό σκοτάδι και την αρχή της πρώτης
μέρας.

Το δικό σου δωμάτιο

“Να σπάει η μέση σε χίλια κομμάτια
προσκυνώντας το κενό
που αφήνει η αγορά
σε σένα να το ξεπεράσεις.”

Το δικό σου δωμάτιο θα μείνει πάντα ένα.
Με θέα έναν ακάλυπτο ελευθέρας βοσκής
και μυρωδιά τους τηγανιτούς γαύρους
του γείτονα . Αυτόν με τα ζάναξ
και την ελεφαντίαση που χάρηκε το σώμα
μέσα από εικονογραφημένους ιατρικούς οδηγούς
και τις διαφημίσεις της Βικτώρια Σίκρετ
και καμιά φορά σκουπίζει τις μύξες του
σ’ ένα μαντήλι με μονόγραμμα.

“Η πύλη , η διάβαση, το νερό που δεν σε αφήνει να βουλιάξεις
για να διατηρούνται τα nike σας καθαρά.”
Η διαφήμισή του, η απουσία του στην αντίληψη του όλου.
Η απουσία σου από μέσα, ένα μοναδικό στιγμιότυπο
εξήντα τεσσάρων στιγμών.

Απ’ τις μασχάλες μου στάζει η μεσαιωνική ευτυχία της εργασίας
και ξεχνάω τη δύναμη που θέλει τη θάλασσα πλατιά
και τα κορίτσια αδύνατα.
Ξεχνάω τα γκντουπ, τα κρατς και τα αντικείμενα
που αχρηστεύονται στην υλικότητά τους.
Ξεχνάω τις καουμπόισσες που ζούνε σε γραφεία
και τα λάσα τους δεμένα απ’ το λαιμό στα μισθωτήρια.
Ξεχνάω τα άγρια τοπία με τις ξενοδοχειακές μονάδες
στην άκρη του Κυανοπώγωνα, αινίγματα που λύνονται
από νεαρούς ντεντέκτιβ.
Ξεχνάω την αέναη πληρωμή που εφηύραν τα χέρια
για να ανταλλάσσουν τα μικρόβια,
ο μόνος ύμνος κοινοκτημοσύνης τους ανήκει.

Το δικό σου δωμάτιο. Αυτό.
Το αναλλοίωτο μονωτικό στοιχείο της απόλαυσης.
Ο ροδαλός ιππέας και το γαϊδουράκι του
η άρνηση του ρομαντισμού σε τρία βήματα
Η εκκαθάριση της μνήμης , η επαναφορά
των αρχείων , η πόση σκληρού λογισμικού.
Επιλέγω ανάσκελα να κοιμηθώ
για να αποτυπωθώ στη μνήμη του δωματίου σου.
Οφείλουμε καμιά φορά να εμπιστευόμαστε το χώρο.

https://sociallubricant.espivblogs.net/2018/08/26/to-diko-soy-domatio/

https://thessalianpoetry.gr/



[full-post]

Καρδιτσιώτικα Μασλάτια
Ετικετες:

Post a Comment

[blogger]

Author Name

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Name

Email *

Message *

Powered by Blogger.