Articles by "ΚΑΡΔΙΤΣΑ"

Showing posts with label ΚΑΡΔΙΤΣΑ. Show all posts



Ή περιοχή   της Καρδίτσης έκτεινομένη έπί του πλείστου μέρους τής αρχαίας θεσσαλιώτιδος έν τή πεδιάδι καί τής αρχαίας Δολοπίας έν τή Πίνδω ("Αγραφα) εόρίσκεται μεταξύ των Επαρχιών Τικκάλων, Λαρίσης, Φαρσάλων,Δομοκου, Φθιώτιδος, Ευρυτανίας καί του Νομού "Αρτης. Κατά ταΰτα, τό έδαφος αυτής σχεδόν κατά τό ήμισυ είναι πεδινόν καί κατά τό έτερον ήμισυ ορεινόν. Διαρρέεται δέ υπό των έκ τής Πίνδου καί άπό Μουζακίου μέχρι τής λίμνης τού Δομοκου πηγαζόντων παραποτάμων τού Πηνειού. Τό όνομα δέ έδόθη είς τήν Επαρχίαν έκ τής τότε κωμοπόλεως Καρδίτσης, διότι, οτε άπηλευθερώθη ή Θεσσαλία κατά τό 1881, ή μοναδική πόλις τής Επαρχίας ταύτης ήτο ή Καρδίτσα, κειμένη έν τώ κέντρω σχεδόν τής ομωνύμου πεδιάδος καί έχουσα πληθυσμόν 4.504 κατοίκων τότε, ένώ σήμερον 1938  έχει πλέον των 15 χιλιάδων κατοίκων (κατά τήν άπογραφήν τού 1928 είχε 13.883). Ή δ’ όλη Επαρχία Καρδίτσης, κατά τήν τελευταίαν μέν άπογραφήν εΐχεν 114.113 κατοίκους, κατά δέ τήν τού 1881 μόνον 59.310, έξ ών καί τινες Τούρκοι. Έκ των Τούρκων τούτων, οί μέν κατοικούντες τά ολίγα Κονιαροχώρια1 λεγάμενα, έφυγον αμέσως μετά τό 1881,πωλήσαντες τά κτήματά των είς τούς έντοπίους κατοίκους καί εις τινας έκ Φθιώτιδος έλθόντας, ώς π. χ. συνέβη είς τό Άσλανάρ τού Δήμου Ταμασίου. "Εμειναν όμως μερικοί Τούρκοι ίδιοκτήται εντός τής πόλεως Καρδίτσης μέχρι τού 1898, τοτε καί αυτοί, πωλήσαντες τά ύπάρχοντά των, άνεχώρησαν οίκειοθελώς είς διάφορα μέρη τού Τουρκικού Κράτους. ’Έμειναν όμως οί ολίγοι μπέηδες τσιφλικιοΰχοι μέχρι τού 1910, οπότε, δημιουργηθέντος τού αγροτικού ζητήματος έν Θεσσαλία καί δή έν Καρδίτση, άπήλθον καί αυτοί μετά τήν άπαλλοτρίωσιν καί άπόδοσιν των κτημάτων των είς τούς τέως κολλήγους. Καί δέν ήτο δυνατόν παρά έν τή θεσσαλιώτιδι νά δημιουργηθή τό αγροτικόν ζήτημα, διότι ό χαρακτήρ των κατοίκων των δύο θεσσαλικών πεδιάδων (Λαρίσης καί Καρδίτσης) διαφέρει, καί οί μέν τής Πελασγιώτιδος είναι ειρηνικότεροι, φιλεργότεροι, ασθενέστεροι τό σώμα καί μάλλον έπιρρεπεΐς πρός ευκοσμον καί πολιτισμένον βίον, ένώ οί κάτοικοι τής θεσσαλιώτιδος είναι εύτολμότεροι καί εύσωμότεροι καί ύγιέστεροι εκείνων, κλίνοντες μάλλον εις τα έργα του πολέμου παρά της ειρήνης, καί συχνάκις έπανεστάτησαν κατά των Τούρκων,έπιδείξαντες ικανήν ανδρείαν. Διετήρησαν δέ δλα σχεδόν τά ήθη καί έθιμα (παρ’ δλας τάς έπιδρομάς των βαρβάρων) των αρχαίων προγόνων των θεσσαλών, διότι καί άριστοι ιππείς είναι καί κατά τάς Κυριακάς καί έορτάς, ώς μόνην ένασχόλησιν ειχον, μικροί δε καί μεγάλοι, τό άλμα, την λιθοβολίαν, τήν πάλην καί έν γένει δλα τά αθλητικά άγωνίσματα. Ταΰτα πάντα ένθυμοΰμαι, τοτε ήμουν μικρός μαθητής έν Καλλιφωνίω, πλησίον τοΰ θείου μου δημοδιδασκάλου Ήλία Παπαδημητριού,κατά τό σχολικόν έτος 1893 —1894.
Άλλα καί τήν άρχαίαν Ελληνικήν ενδυμασίαν τότε σχεδόν διετήρουν άνδρες καί γυναίκες, δήλαδή τον άρχαΐον χιτώνα μέ ζώνην εις τήν μέσην. θαϋμα δέ ίδέσθαι είναι, που διατηρείται ακόμη, νά βλέπη τις τήν Καραγκούναν έστολισμένην καί νά χορεΰη εις τούς δημοσίους χορούς κατά τούς γάμους καί τάς πανηγΰρεις. Άλλ’ ό έπικρατήσας ψευδοπολιτισμός, σύν τώ χρόνω, ήρχισε νά έκδιώκη καί πολλά των εθίμων καί τήν λαμπράν ενδυμασίαν τής Καραγκούνας καί νά τήν αντικαθιστά διά τής των πόλεων ένδυμασίας. Καί μόνον τό ονομα Καραγκούνης μένει, τό όποιον, κατά τήν πιθανωτέραν γνώμην,προήλθεν έκ τής μαύρης γούνας (Καρά-γούνας),ήν έφόρουν καί φορούν ακόμη μερικοί των πεδινών έν καιρώ χειμώνος.
Κατά ταΰτα, ο μεν πεδινός πληθυσμός τής  Καρδίτσης είναι σχεδόν κατ’ ευθείαν απόγονος τών αρχαίων θεσσαλών, πλήν όλιγίστων Βλάχων Άσπροποταμιτών, κατοικούντων έν Καρδίτση καί Σοφάδες, ό δέ ορεινός πληθυσμός είναι απόγονος τών Δολόπων. Οί δέ ξένοι έπιδρομεΐς άφησαν μόνον ίχνη τής διαβάσεώς των τά ονόματα μερικών τοποθεσιών (Σμόκοβον, Μπάνισκα κλπ.). Έπί δέ τών όροπεδίων τής Πίνδου (Άγράφων)παραθερίζουσι καί τινες κτηνοτρόφοι σκηνΐται Βλάχοι, οί έπονομαζόμενοι Σαρακατσαναΐοι, κατά τό άπό τοΰ Άγιου Γεωργίου (23 Απριλίου) μέχρι τοΰ Αγίου Δημητρίου (26 ’Οκτωβρίου) χρονικόν διάστημα, γνησιώτατοι “Ελληνες τήν καταγωγήν

 

 ΚΩΝ1ΣΤ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡIΟΥ(1938)

 University of Thessaly


 


Η Καρδίτσα, η πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού, χτισμένη σε παραπόταμο του Πηνειού, σε απόσταση 10 χλμ από τις υπώρειες της Πίνδου (και σε υψόμετρο 110 μέτρων), ακριβώς στο μέσον της Ελλάδας,

 


Οι παλαιότερες θέσεις κατοίκησης έχουν επισημανθεί στις πεδινές περιοχές του νομού. Εκεί η εύφορη γη με τα άφθονα νερά ευνοούσε την εγκατάσταση, όπως το Καρποχώρι, η Σικυώνα, η Μύρινα, η Μαγούλα, η Μαγουλίτσα, ο Πρόδρομος, όπου εντοπίστηκαν δείγματα κεραμικής της 6ης χιλιετίας π.Χ. Χαρακτηριστικό είναι το πήλινο ομοίωμα σπιτιού, με θαυμάσια γραπτή διακόσμηση, που βρέθηκε στο νεολιθικό οικισμό Μύρινα, με άνοιγμα στη στέγη για την εστία και στο δάπεδο δύο τρύπες, προφανώς για τους κίονες.

Από τις αρχαιότερες πόλεις, η Άρνη, υπήρξε έδρα των Βοιωτών πριν από την εγκατάσταση των Θεσσαλών, δηλαδή πριν από το 1900 π.Χ. Άρνη ήταν η κόρη του Αίολου και μητέρα του γενάρχη Βοιωτού. Στα Ιστορικά Χρόνια η πόλη μετονομάστηκε Κιέριο. Σύμφωνα με τις επιγραφές ταυτίζεται με την αρχαία θέση «Ογλά» , δυτικά από το χωριό Πύργος Κιερίου, πολύ κοντά στον Κουάριο ή Κουράλιο ποταμό (Σοφαδίτικο). Σώζονται ερείπια από τα ισχυρά τείχη και από άλλα κτίσματα. Η Άρνη τοποθετείται στη θέση «Μακριά Μαγούλα». Το Κιέριο ήταν μια από τις τρεις σημαντικές πόλεις του σημερινού νομού (οι άλλες δυο ήταν η Μητρόπολη και οι Γόμφοι) και χαρακτηρίζεται πρώτη πρωτεύουσα της Θεσσαλιώτιδας, στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Τότε κόπηκαν και τα πρώτα χάλκινα και αργυρά νομίσματα. Εικονίζει το Δία και την Άρνη, κοριτσάκι να παίζει γονατιστή αστραγάλους. Στα ασημένια εικονίζεται και ο Ασκληπιός, η λατρεία του οποίου έχει τις ρίζες στη Θεσσαλία. Στην πόλη λάτρευαν και τον Ποσειδώνα Κουέριο, επίθετο που συσχετίζει το θεό με το ποτάμι, το νερό και τις πηγές. Επιγραφές σώζουν πληροφορίες για επιφανείς Κιέριους που έγιναν ταγοί, στρατηγοί, γραμματείς του Κοινού των Θεσσαλών, ιερομνήμονες στους Δελφούς, πρόξενοι σε άλλες θεσσαλικές πόλεις, και νίκησαν σε αγώνες. Μια επιγραφή του 1ου αιώνα π.Χ. αναφέρεται σε δικαστική απόφαση του Κοινού των Θεσσαλών, όπου δικαιώθηκε το Κιέριο, σε εδαφική διαφορά με τη Μητρόπολη. Η Μητρόπολη βρισκόταν στη θέση του σημερινού ομώνυμου χωριού και έχει εντοπιστεί από ενεπίγραφο γωνιόλιθο σε σπίτι. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές δημιουργήθηκε με το συνοικισμό τριών μικρών οικισμών. Η πρώτη αναφορά στην πόλη διασώθηκε σε επιγραφή των Δελφών του 360 π.Χ. όπου η πόλη συμμετείχε στην ανακατασκευή του ναού του Απόλλλωνα με το σεβαστό ποσό των 120 δρχ. Αργότερα συνοικίστηκαν άλλες γειτονικές πόλεις στη Μητρόπολη, όπως το Ονθύριο, οι Πολίχνες και η Ιθώμη, που είχε πάρει μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με τους βασιλείς της Τρίκκης, Ποδαλείριο και Μαχάονα, τους γιους του Ασκληπιού. Τα παλαιότερα αργυρό νομίσματα της Μητρόπολης χρονολογούνται στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. και στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. κόπηκαν χάλκινα νομίσματα με την Αφροδίτη - κύρια. θεότητα - ή το περιστέρι, σύμβολο της θεάς. Στη Μητρόπολη λατρεύονταν επίσης ο Δίας, ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας, ο Διόνυσος και οι Μοίρες.

Στη θέση «Επισκοπή», στην αριστερή όχθη του ποταμού Πάμισου, κοντά στο Μουζάκι, έχουν επισημανθεί τα ερείπια της αρχαίας πόλης Γόμφοι. Λείψανα από τα ισχυρό τείχη της έχουν επισημανθεί στην κορυφή του λόφου στα βόρεια της πόλης. Στα χρόνια του Φιλίππου Β' είχε μετονομαστεί σε Φιλιππόπολη. Τότε, γύρω στα 340 π.Χ., έκοψε τα πρώτα αργυρά νομίσματα και αργότερα χάλκινα, με το όνομα Γόμφοι. Εδώ λάτρευαν το Δία Ακραίο - συναντάται και με το επίθετο Παλάμνιος - και το Διόνυσο Κάρπιο. Το 198 π.Χ. οι Γόμφοι περιέρχονται στο βασίλειο της Αθαμανίας, του Αμύνανδρου. Η Αθαμανία ήταν η περιοχή της κεντρικής Πίνδου που διαρρέεται από τον Άνω Αχελώο, τον αρχαίο Ίναχο. Περιελάμβανε το νοτιοανατολικό τμήμα της Ηπείρου και το δυτικό ορεινό τμήμα της Θεσσαλίας. Αθαμάνες και Μολοσσοί αποκαλούνται λαοί της Ηπείρου από το Στράβωνα. Η ορεινή περιοχή του νομού Καρδίτσας, όπου βρίσκονται τα χωριά της Αργιθέας, αποτελούσαν στην αρχαιότητα τμήμα της Αθαμανίας. Οι Αθαμάνες ήταν ένα από τα ελληνικά φύλα που εγκαταστάθηκαν εδώ τη 2η χιλιετία π.Χ. και πήραν μέρος στις μετακινήσεις των Ελλήνων στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ. ως τον 9ο αιώνα π.Χ. Γενάρχης τους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Απολλόδωρου, ήταν ο Αθάμας, βασιλιάς της Βοιωτίας, ο οποίος εγκαταστάθηκε στις πλαγιές της Πίνδου μετά από περιπλανήσεις και «φιλοξενήθηκε» από άγρια ζώα. Διώχθηκε από την πατρίδα του επειδή είχε σκοτώσει το γιο του - με την Ινώ - Λέαρχο.

Στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. οι Αθαμάνες ήταν φίλοι των Λακεδαιμονίων, ενώ το 395 π.Χ. συμμετείχαν στη συμμαχία Αθηναίων, Βοιωτών, Θεσσαλών και άλλων. Το 375 π.Χ. συμμετείχαν στη Β' Αθηναϊκή Συμμαχία και στον Γ? Ιερό πόλεμο, το 355 π.Χ., συμμάχησαν με Θεσσαλούς, Μακεδόνες και άλλους Έλληνες εναντίον των Φωκέων. Γνωστοί βασιλείς των Αθαμάνων υπήρξαν ο Θεόδωρος και ο Αμύνανδρος. Στα χρόνια που κυβέρνησε ο Αμύνανδρος, η Αθαμανία υπήρξε σημαντικός πολιτικός και στρατιωτικός παράγων, λόγω της θέσης της ανάμεσα στην Αιτωλία και τη Μακεδονία. Στα 198 - 191 π.Χ. τα όριά της είχαν επεκταθεί ανατολικά σε αρκετές θεσσαλικές πόλεις, την Τρίκκη, τη Φαλώρεια, το Αιγίνιο, τις οποίες ο Αμύνανδρος είχε αποσπάσει από το Φίλιππο Ε' της Μακεδονίας. Στην κρίσιμη για την ιστορία του έθνους μας μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., Μολοσσοί και Αθαμάνες τάχθηκαν στο πλευρό του Μακεδόνα Περσέα, σε μια τελευταία προσπάθεια να αντισταθούν στους Ρωμαίους. Οι Έλληνες έχασαν τη μάχη και ο νικητής Αιμίλιος Παύλος επιδόθηκε σε λεηλασίες και καταστροφές. Αργότερα, το 48 π.Χ., τις διαφορές Πομπηίου Καίσαρα στο ρωμαϊκό εμφύλιο πλήρωσαν οι Γόμφοι με λεηλασία, καταστροφές και θανατώσεις πολιτών. Επιγραφή του 165 π.Χ., που βρέθηκε στους Δελφούς, αναφέρεται στο Κοινό των Αθαμάνων, το οποίο κράτησε τουλάχιστον ως το 80 π.Χ., σύμφωνα με επιγραφή που βρέθηκε στη Λάρισα. Πρωτεύουσα των Αθαμάνων ήταν η Αργιθέα. Λείψανα έχουν εντοπιστεί κοντά στο ομώνυμο χωριό. Άλλες σπουδαίες πόλεις ήταν η Θευδορία ή Θεοδωρία (Θεοδωριανά Άρτας), η Τετραφυλία στην κοιλάδα του Αχελώου, η Ηράκλεια (Βουλγαρέλι ή Δροσοπηγή Άρτας), η Χαλκίδα (Χαλίκι Τρικάλων), το Πότναιο ή Πότνειο (στην περιοχή της Ελάτης Τρικάλων).

Ο χριστιανισμός επικράτησε νωρίς στην Καρδίτσα και το πανθεσσαλικό ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς, «παρά τον Κουράλιον», μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Ανακαλύφθηκαν λείψανα παλαιοχριστιανικής βασιλικής (5ου αιώνα), ρωμαϊκό ή παλαιοχριστιανικό ψηφιδωτό δάπεδο και χριστιανικοί τάφοι μεταγενέστεροι της βασιλικής. Η περιοχή δέχτηκε καταστροφικές επιδρομές από τους εχθρούς της βυζαντινής αυτοκρατορίας και κυρίως από τους Βούλγαρους. Οι Γόμφοι και η Μητρόπολη ήταν από τις σημαντικότερες πόλεις της Θεσσαλίας και ο Ιουστινιανός (527-565) ανακαίνισε την οχύρωση.

Όταν κατέλαβαν το νομό οι Τούρκοι στα 1420, οι κάτοικοι αποσύρθηκαν στις δυσπρόσιτες πλαγιές των Αγράφων, εξασφαλίζοντας την ελευθερία τους. Οι κατακτητές αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν προνόμια, τα οποία ανανεώθηκαν με τη συνθήκη του Ταμασίου, το 1525 - αφού δεν κατάφεραν να υποτάξουν τους κατοίκους. Με τη συνθήκη απαγορευόταν η εγκατάσταση Τούρκων στην περιοχή. Έτσι λειτούργησαν ονομαστές σχολές, όπως των Βραγκιανών, όπου δίδαξε ο Ευγένιος Γιαννούλης και φοίτησε ο Κοσμάς ο Αιτωλός και ο Βραγκιανός δάσκαλος του Γένους Αναστάσιος Γόρδιος.

Γνωστή ήταν και η σχολή Φουρνά, με αξιόλογο εργαστήρι αγιογραφίας, όπως δείχνουν οι κατάγραφες εκκλησίες των Αγράφων. Οι Αγραφιώτες έδωσαν πρώτοι το σύνθημα της εξέγερσης το 1854 και η επανάσταση εξαπλώθηκε σε όλη τη Θεσσαλία. Μεγάλη μορφή του αγώνα υπήρξε ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος. Παρά την εξάπλωση της επανάστασης και τις πρώτες νίκες, οι Έλληνες έχασαν ακόμα μια ευκαιρία να επεκτείνουν το κράτος, εξαιτίας της στάσης της Αγγλίας και της Γαλλίας, που υποστήριξαν ανεπιφύλακτα την Τουρκία και άσκησαν πίεση στην ελληνική κυβέρνηση, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των στρατευμάτων και την ήττα της 6ης Ιουνίου 1854. Προσαρτήθηκε στην Ελλάδα το 1881.

Η Καρδίτσα ήταν η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής (2-9-1943). Η είδηση μεταδόθηκε σε όλες τις γλώσσες από το ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου: «Οι Έλληνες αντάρτες απελευθέρωσαν την Καρδίτσα. Είναι η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώνεται από δυνάμεις αντιστάσεως».



Πιθανότατα, ταυτίζεται με την περιοχή που ο Όμηρος αποκαλεί "Ελλάς" και την τοποθετεί στην επικράτεια του κράτους των Πηλέως-Αχιλλέως.
Σήμερα συμπεριλαμβάνεται στον νομό Καρδίτσας.



Ή περιοχή   της Καρδίτσης έκτεινομένη έπί του πλείστου μέρους τής αρχαίας θεσσαλιώτιδος έν τή πεδιάδι καί τής αρχαίας Δολοπίας έν τή Πίνδω ("Αγραφα) εόρίσκεται μεταξύ των Επαρχιών Τικκάλων, Λαρίσης, Φαρσάλων,Δομοκου, Φθιώτιδος, Ευρυτανίας καί του Νομού "Αρτης. Κατά ταΰτα, τό έδαφος αυτής σχεδόν κατά τό ήμισυ είναι πεδινόν καί κατά τό έτερον ήμισυ ορεινόν. Διαρρέεται δέ υπό των έκ τής Πίνδου καί άπό Μουζακίου μέχρι τής λίμνης τού Δομοκου πηγαζόντων παραποτάμων τού Πηνειού. Τό όνομα δέ έδόθη είς τήν Επαρχίαν έκ τής τότε κωμοπόλεως Καρδίτσης, διότι, οτε άπηλευθερώθη ή Θεσσαλία κατά τό 1881, ή μοναδική πόλις τής Επαρχίας ταύτης ήτο ή Καρδίτσα, κειμένη έν τώ κέντρω σχεδόν τής ομωνύμου πεδιάδος καί έχουσα πληθυσμόν 4.504 κατοίκων τότε, ένώ σήμερον 1938  έχει πλέον των 15 χιλιάδων κατοίκων (κατά τήν άπογραφήν τού 1928 είχε 13.883). Ή δ’ όλη Επαρχία Καρδίτσης, κατά τήν τελευταίαν μέν άπογραφήν εΐχεν 114.113 κατοίκους, κατά δέ τήν τού 1881 μόνον 59.310, έξ ών καί τινες Τούρκοι. Έκ των Τούρκων τούτων, οί μέν κατοικούντες τά ολίγα Κονιαροχώρια1 λεγάμενα, έφυγον αμέσως μετά τό 1881,πωλήσαντες τά κτήματά των είς τούς έντοπίους κατοίκους καί εις τινας έκ Φθιώτιδος έλθόντας, ώς π. χ. συνέβη είς τό Άσλανάρ τού Δήμου Ταμασίου. "Εμειναν όμως μερικοί Τούρκοι ίδιοκτήται εντός τής πόλεως Καρδίτσης μέχρι τού 1898, τοτε καί αυτοί, πωλήσαντες τά ύπάρχοντά των, άνεχώρησαν οίκειοθελώς είς διάφορα μέρη τού Τουρκικού Κράτους. ’Έμειναν όμως οί ολίγοι μπέηδες τσιφλικιοΰχοι μέχρι τού 1910, οπότε, δημιουργηθέντος τού αγροτικού ζητήματος έν Θεσσαλία καί δή έν Καρδίτση, άπήλθον καί αυτοί μετά τήν άπαλλοτρίωσιν καί άπόδοσιν των κτημάτων των είς τούς τέως κολλήγους. Καί δέν ήτο δυνατόν παρά έν τή θεσσαλιώτιδι νά δημιουργηθή τό αγροτικόν ζήτημα, διότι ό χαρακτήρ των κατοίκων των δύο θεσσαλικών πεδιάδων (Λαρίσης καί Καρδίτσης) διαφέρει, καί οί μέν τής Πελασγιώτιδος είναι ειρηνικότεροι, φιλεργότεροι, ασθενέστεροι τό σώμα καί μάλλον έπιρρεπεΐς πρός ευκοσμον καί πολιτισμένον βίον, ένώ οί κάτοικοι τής θεσσαλιώτιδος είναι εύτολμότεροι καί εύσωμότεροι καί ύγιέστεροι εκείνων, κλίνοντες μάλλον εις τα έργα του πολέμου παρά της ειρήνης, καί συχνάκις έπανεστάτησαν κατά των Τούρκων,έπιδείξαντες ικανήν ανδρείαν. Διετήρησαν δέ δλα σχεδόν τά ήθη καί έθιμα (παρ’ δλας τάς έπιδρομάς των βαρβάρων) των αρχαίων προγόνων των θεσσαλών, διότι καί άριστοι ιππείς είναι καί κατά τάς Κυριακάς καί έορτάς, ώς μόνην ένασχόλησιν ειχον, μικροί δε καί μεγάλοι, τό άλμα, την λιθοβολίαν, τήν πάλην καί έν γένει δλα τά αθλητικά άγωνίσματα. Ταΰτα πάντα ένθυμοΰμαι, τοτε ήμουν μικρός μαθητής έν Καλλιφωνίω, πλησίον τοΰ θείου μου δημοδιδασκάλου Ήλία Παπαδημητριού,κατά τό σχολικόν έτος 1893 —1894.
Άλλα καί τήν άρχαίαν Ελληνικήν ενδυμασίαν τότε σχεδόν διετήρουν άνδρες καί γυναίκες, δήλαδή τον άρχαΐον χιτώνα μέ ζώνην εις τήν μέσην. θαϋμα δέ ίδέσθαι είναι, που διατηρείται ακόμη, νά βλέπη τις τήν Καραγκούναν έστολισμένην καί νά χορεΰη εις τούς δημοσίους χορούς κατά τούς γάμους καί τάς πανηγΰρεις. Άλλ’ ό έπικρατήσας ψευδοπολιτισμός, σύν τώ χρόνω, ήρχισε νά έκδιώκη καί πολλά των εθίμων καί τήν λαμπράν ενδυμασίαν τής Καραγκούνας καί νά τήν αντικαθιστά διά τής των πόλεων ένδυμασίας. Καί μόνον τό ονομα Καραγκούνης μένει, τό όποιον, κατά τήν πιθανωτέραν γνώμην,προήλθεν έκ τής μαύρης γούνας (Καρά-γούνας),ήν έφόρουν καί φορούν ακόμη μερικοί των πεδινών έν καιρώ χειμώνος.
Κατά ταΰτα, ο μεν πεδινός πληθυσμός τής  Καρδίτσης είναι σχεδόν κατ’ ευθείαν απόγονος τών αρχαίων θεσσαλών, πλήν όλιγίστων Βλάχων Άσπροποταμιτών, κατοικούντων έν Καρδίτση καί Σοφάδες, ό δέ ορεινός πληθυσμός είναι απόγονος τών Δολόπων. Οί δέ ξένοι έπιδρομεΐς άφησαν μόνον ίχνη τής διαβάσεώς των τά ονόματα μερικών τοποθεσιών (Σμόκοβον, Μπάνισκα κλπ.). Έπί δέ τών όροπεδίων τής Πίνδου (Άγράφων)παραθερίζουσι καί τινες κτηνοτρόφοι σκηνΐται Βλάχοι, οί έπονομαζόμενοι Σαρακατσαναΐοι, κατά τό άπό τοΰ Άγιου Γεωργίου (23 Απριλίου) μέχρι τοΰ Αγίου Δημητρίου (26 ’Οκτωβρίου) χρονικόν διάστημα, γνησιώτατοι “Ελληνες τήν καταγωγήν
 
ΚΩΝ1ΣΤ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡIΟΥ(1938)

 University of Thessaly

  • Η Άρνη που - όπως αναφέρουν οι μελετητές - κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς έως και τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Ήταν κτισμένη στην ανατολική όχθη του Οργόζινου ποταμού, στις νοτιοδυτικές παρυφές του λόφου "Ογλάς" (σύμφωνα με τον μελετητή κ. Νίκο Καραφύλλη, «Ο λόφος αυτός στη Δημώδη γλώσσα λέγεται και Γλάς, από το Αλβανικό magule μαγουλάς, γουλάς, γλάς) του χωρίου "Πύργος Κιερίου".
  • Οι Γόμφοι , που βρίσκονται κοντά στο Μουζάκι. Παλαιότερα ο οικισμός ήταν γνωστός με την ονομασία Φιλιππούπολη, γιατί - σύμφωνα με ιστορικές εκτιμήσεις - είχε οχυρωθεί από τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον Φίλιππο Β'. Γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
  • Το Θητώνιον που, όπως θεωρείται, ήταν κτισμένο στα βορειονατολικά του χωριού Γεφύρια, στην ανατολική όχθη του ποταμού Απιδιανού (Φαρσαλιώτη).
  • Η Ίτων ή Ίτωνος, που υπολογίζεται ότι βρίσκονταν πολύ κοντά στο χωριό Φίλια και κατοικήθηκε από τους ομηρικούς έως τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Εκεί υπήρχε το σημαντικό ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς.
  • Το Κιέριον που ιδρύθηκε από τους Θεσσαλούς γύρω στο 1124 π.Χ. Βρίσκοταν στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του λόφου Ογλάς. Ένα μέρος του αρχαίου οικισμού βρίσκονταν στη θέση όπου σήμερα είναι το νότιο τμήμα του χωριού Πύργος Κιερίου.
  • Η Μητρόπολις που όπως φαίνεται, ήταν κτισμένη εκεί όπου συναντούμε σήμερα το ομώνυμο χωριό, το Παλαιόκαστρο. Αναφέρεται ότι από εκεί πέρασε ο Ιούλιος Καίσαρας πριν από τη μάχη των Φαρσάλων, το 48 π.Χ.
  • Η Όρθη που εντοπίζεται έξω από το χωριό Κέδρος, στο δασύλλιο του Αγίου Νικολάου.
  • Ο Ορχομενός που αναπτύχθηκε, όπως υποστηρίζεται, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα το χωρίο Χάρμα ή Χάρμενα.
  • Η Πολίχνα που άκμασε στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το χωριό Μεσενικόλας.
  • Η Σιλάνη ή αλλιώς Σίλανα που εντοπίζεται από τους μελετητές κοντά στο Προάστιο. Άκμασε κυρίως κατά τους κλασσικούς και τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
  • Οι Αγγειαί που, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, άκμασαν ως οικισμός στην περιοχή της Κτιμένης. Άλλοι όμως τις τοποθετούν στη Λουτροπηγή και άλλοι στο Παλαιόκαστρο Καΐτσας.
  • Το Αθήναιο, που πιθανολογείται ότι βρίσκονταν κοντά στη σημερινή Αργιθέα.
  • Η Αργιθέα που κατ' άλλους βρίσκονταν κοντά στο χωριό Θερινό, ενώ κατ' άλλους βρίσκονταν κοντά στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το χωριό Αργιθέα. Λέγεται ότι υπήρξε πρωτεύουσα της γύρω ορεινής περιοχής, που τότε ονομάζονταν Αθαμανία.
  • Το Αστέριον που όπως αναφέρεται, βρίσκονταν κοντά στον Παλαμά, στο σημερινό χωριό Βλοχός ή στη Συκεώνα και οι κάτοικοί του πήραν μέρος στην Τρωική εκστρατεία. Πολλοί ταυτίζουν το Αστέριον με τις Πειρασίες οπότε πρέπει να το τοποθετήσουμε στο χωριό Ερμήτσι. Υπάρχουν ωστόσο και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το Αστέριον και οι Πειρασίες ήταν δύο διαφορετικοί οικισμοί.
  • Η Ελλοπία που όπως υποστηρίζεται από ορισμένους βρίσκονταν στο σημερινό χωριό Πετρωτό, αλλά η άποψή τους δεν βρίσκει σύμφωνους όλους τους ιστορικούς μελετητές.
  • Η Ιθώμη για την οποία ο Χριστόφορος Τραυλός αναφέρει ότι «κτισμένη πριν από τον Τρωικό πόλεμο, αναφέρεται για πρώτη φορά στη ραψωδία Β' της Ιλιάδας του Ομήρου (8ος αιώνας π.Χ.) όπου αποκαλείται "κλωμακοέσσα", δηλαδή πετρώδης και κακοτράχαλη. Κατά τον Όμηρο λοιπόν οι κάτοικοι της Ιθώμης έλαβαν μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας μαζί με τους κατοίκους των γειτονικών πόλεων Τρίκκης και Οιχαλία, με αρχηγούς τους γιούς του Ασκληπιού, Ποδαλείριο και Μαζάονα».
  • Οι Ίχναι ή Άχνες που όπως υποστηρίζεται, χωρίς ωστόσο να έχει εξακριβωθεί, βρίσκονταν κοντά στην αρχαία πόλη Φύλλον και ότι εκεί υπήρχε και το περίφημο ιερό της Ιχναίας Θέμιδας.
  • Η Καλλίθηρα, η οποία λέγεται πως βρίσκονταν στη θέση του σημερινού χωριού Καλλίθηρο. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι βρίσκονταν στο Παλιούρι.
  • Τα Κέλαιθρα, που αναφέρεται πως βρίσκονταν μάλλον στο σημερινό χωριό Άμπελος.
  • Η Κτιμένη που συναντάται και με άλλες ονομασίες όπως Κτιμέναι ή Κτιμεναί και αναφέρεται ως οικισμός μεγάλης σπουδαιότητας, ακόμη και ως πρωτεύουσα της Δολοπίας. Μάλλον άκμασε εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το χωριό Άνω Κτιμένη, αλλά δεν αποκλείεται - κατά τους μελετητές - να βρίσκονταν και στη Ρεντίνα.
  • Τα Κύπαιρα που πιθανόν βρίσκονταν στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το χωριό Μακρυρράχη.
  • Το Λίμναιον που βρίσκονταν είτε στο χωριό Βλοχός, είτε στη Μεταμόρφωση. Οι μελετητές αναφέρουν και τις δύο θέσεις ως πιθανές.
  • Το Μεθύλιον, που αναφέρεται ότι ως οικισμός της Θεσσαλιώτιδας και τελευταία εντοπίστηκε επιγραφικά στο χωριό Μυρίνη.
  • Η Μενελαΐς που λέγεται πως βρίσκονταν είτε στη Ρεντίνα είτε στην Καστανιά, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν στοιχεία που να ενισχύουν τη μία ή την άλλη άποψη.
  • Η Ιθόρνη που είναι ένας από τους αρχαίους οικισμούς για τους οποίους δεν διασώθηκαν στοιχεία για τη θέση τους.
  • Το Ονθύριο ή Ονθούριο που βρίσκονταν μάλλον κοντά στον Άγιο Θεόδωρο. Βέβαιο πάντως είναι ότι πως βρίσκονταν κοντά στην Άρνη ή το Κιέριον
  • Το Ορμένιο που κατά μια εκδοχή βρίσκονταν κοντά στο χωριό Ερμήτσι, ενώ κατ' άλλη στη θέση "Χτούρι" κοντά στον ποταμό Ενιππέα.
  • Οι Πειρασίες που από πολλούς ταυτίζονται με το Αστέριον. Βρίσκονταν στο χωριό Ερμήτσι, όπως αποδείχθηκε τελευταία από επιγραφή.
  • Το Πεύμα ή Τεύμα που αναφέρεται πως βρίσκονταν στους πρόποδες του όρους Κολοκριά ή Κατάχλωρου, ή ακόμη στον Άγιο Ιωάννη Παλιουρίου.
  • Το Φάκιο, που ίσως βρίσκονταν στο χωριό Πέτρινος, κάτι όμως που δεν έχει εξακριβωθεί.
  • Οι Φημίαι που βρίσκονταν κοντά στην αρχαία Άρνη, είτε κοντά στο χωριό Άγιος Θεόδωρος, είτε - κατ' άλλους - κοντά στου Σοφάδες.
  • Ο Φύλλος που εκτιμάται ότι βρίσκονταν κοντά στο σημερινό χωριό Φύλλο, χωρίς να λείπουν και οι εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες ο οικισμός αυτός βρίσκονταν στη θέση "Γκιόλι", κοντά στο χωριό Ηλιά.

Ιστορία



Νεολιθική Εποχή

Οι παλαιότερες θέσεις κατοίκησης έχουν επισημανθεί στις πεδινές περιοχές του σύγχρονου νομού Καρδίτσας. Η εύφορη χώρα με τα άφθονα ύδατα ευνοούσε την εγκατάσταση, όπως το Καρποχώρι, η Σικυώνα, η Μύρινα, η Μαγούλα, η Μαγουλίτσα, ο Πρόδρομος, όπου εντοπίστηκαν δείγματα κεραμικής της 6ης χιλιετίας π.Χ. Χαρακτηριστικό είναι το πήλινο ομοίωμα σπιτιού, με θαυμάσια γραπτή διακόσμηση, που βρέθηκε στο νεολιθικό οικισμό Μύρινα, με άνοιγμα στη στέγη για την εστία και στο δάπεδο δύο οπές, προφανώς για τους κίονες.

Μυκηναϊκή Εποχή

Από τις αρχαιότερες πόλεις, η Άρνη, υπήρξε έδρα των Βοιωτών πριν από την εγκατάσταση των Θεσσαλών, δηλαδή πριν από το 1900 π.Χ. Η Άρνη ήταν η κόρη του Αίολου και μητέρα του γενάρχη Βοιωτού.

Κλασσική Εποχή

Στην Κλασσική Εποχή η πόλη μετονομάστηκε Κιέριο. Σύμφωνα με τις επιγραφές ταυτίζεται με την αρχαία θέση «Ογλά» , δυτικά από το χωριό Πύργος Κιερίου, πολύ κοντά στον Κουάριο ή Κουράλιο ποταμό (Σοφαδίτικο). Σώζονται ερείπια από τα ισχυρά τείχη και από άλλα κτίσματα. Η Άρνη τοποθετείται στη θέση «Μακριά Μαγούλα».

Το Κιέριο ήταν μια από τις τρεις σημαντικές πόλεις του σημερινού νομού (οι άλλες δυο ήταν η Μητρόπολη και οι Γόμφοι) και χαρακτηρίζεται πρώτη πρωτεύουσα της Θεσσαλιώτιδας, στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Τότε κόπηκαν και τα πρώτα χάλκινα και αργυρά νομίσματα. Εικονίζει το Δία και την Άρνη, κοράσιο, να παίζει γονατιστή αστραγάλους. Στα αργυρά εικονίζεται και ο Ασκληπιός, η λατρεία του οποίου έχει τις ρίζες στη Θεσσαλία. Στην πόλη λάτρευαν και τον Ποσειδώνα Κουέριο, επίθετο που συσχετίζει το θεό με τον ποταμό, το ύδωρ και τις πηγές. Επιγραφές σώζουν πληροφορίες για επιφανείς Κιέριους που έγιναν ταγοί, στρατηγοί, γραμματείς του Κοινού των Θεσσαλών, ιερομνήμονες στους Δελφούς, πρόξενοι σε άλλες θεσσαλικές πόλεις, και νίκησαν σε αγώνες.

Μια επιγραφή του 1ου αιώνα π.Χ. αναφέρεται σε δικαστική απόφαση του Κοινού των Θεσσαλών, όπου δικαιώθηκε το Κιέριο, σε εδαφική διαφορά με τη Μητρόπολη.

Η Μητρόπολη βρισκόταν στη θέση του σημερινού ομώνυμου χωρίου και έχει εντοπιστεί από ενεπίγραφο γωνιόλιθο σε οικία. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ιδρύθηκε από το συνοικισμό τριών μικρών οικισμών. Η πρώτη αναφορά στην πόλη διασώθηκε σε επιγραφή των Δελφών του 360 π.Χ. όπου η πόλη συμμετείχε στην ανακατασκευή του ναού του Απόλλλωνα με το σεβαστό ποσό των 120 δρχ. Αργότερα συνοικίστηκαν άλλες γειτονικές πόλεις στη Μητρόπολη, όπως το Ονθύριο, οι Πολίχνες και η Ιθώμη, που είχε πάρει μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με τους βασιλείς της Τρίκκης, Ποδαλείριο και Μαχάονα, τους γιους του Ασκληπιού. Τα παλαιότερα αργυρό νομίσματα της Μητρόπολης χρονολογούνται στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. και στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. κόπηκαν χάλκινα νομίσματα με την Αφροδίτη (κύρια θεότητα), ή την περιστερά, σύμβολο της θεάς. Στη Μητρόπολη λατρεύονταν επίσης ο Δίας, ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας, ο Διόνυσος και οι Μοίρες.

Στη θέση «Επισκοπή», στην αριστερή όχθη του ποταμού Πάμισου, κοντά στο "Μουζάκι", έχουν επισημανθεί τα ερείπια της αρχαίας πόλης Γόμφοι. Λείψανα από τα ισχυρό τείχη της έχουν επισημανθεί στην κορυφή του λόφου στα βόρεια της πόλης. Στα χρόνια του Φιλίππου Β' είχε μετονομαστεί σε Φιλιππόπολη. Τότε, γύρω στα 340 π.Χ., έκοψε τα πρώτα αργυρά νομίσματα και αργότερα χάλκινα, με το όνομα Γόμφοι. Εδώ λάτρευαν το Δία Ακραίο - συναντάται και με το επίθετο Παλάμνιος - και το Διόνυσο Κάρπιο. Το 198 π.Χ. οι Γόμφοι περιέρχονται στο βασίλειο της Αθαμανίας, του Αμύνανδρου.




 
«Πελασγοί / Έλληνες
στην Πελασγία / Ελλάδα»
Στον Όμηρο ⬛️
Μετα-ομηρική 📕
Στο Ηρόδοτος & Άλλοι 🟦

Ιστογραφία

  • Ομώνυμο άρθρο στην Βικιπαίδεια
  • Ομώνυμο άρθρο στην Livepedia
  • vlochos.blog
  • Author Name

    MKRdezign

    Φόρμα επικοινωνίας

    Name

    Email *

    Message *

    Powered by Blogger.