Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των παλαιότερων γερόντων της "Μεζντάνης", το τρικάμαρο αυτό πέτρινο γεφύρι, η Μεγάλη Καμάρα της Μπαμπαλίνας, όπως συνήθιζαν να την αποκαλούν, είναι στοιχειωμένη!! Απ’ ότι οι ίδιοι διηγούνταν, μέχρι και τη δεκαετία του 1960, πολλοί ήταν εκείνοι που πάνω στη γέφυρα …είδαν από κοντά τη νύχτα να «βγαίνει» το στοιχειό της Καμάρας.
Η Νύφη!!!
Η νύφη αυτή ήταν μια Καραγκούνα, αρματωμένη με ολόχρυσα φλουριά και στολίδια, που «ξεφανερώνονταν» τις φεγγαρόλουστες νύχτες και πάντα τις μεταμεσονύχτιες ώρες. Η παραπάνω τρανή πέτρινη καμάρα, κτίστηκε αρχές του 20ου αιώνα με χρήματα του Εφέντη Χρηστάκη Ζωγράφου, μετά το κτίσιμο της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, από τους ίδιους μαστόρους, και εξυπηρετούσε την ομαλή πρόσβαση και επικοινωνία των τότε εργαζομένων της Μεζντάνης με το κτήμα της Ζωγραφείας.
Καθόταν συνήθως αμίλητη και θλιμμένη στα παραπέτα (πλαϊνά) της καμάρας και αγνάντευε με τις ώρες το φεγγάρι που καθρεφτίζονταν στα γάργαρα κρυσταλλένια νερά της Μπαμπαλίνας. Σηκωνόταν μόνο όταν συνέπιπτε (για κακή του τύχη βέβαια, τις ακατάλληλες εκείνες ώρες) να περιδιαβαίνει κανένας αργοπορημένος περαστικός, που φυσικά δε γνώριζε σημείο και τόπο.
Όταν λοιπόν ο διαβάτης αμέριμνος επιχειρούσε να περάσει την καμάρα και έφτανε κοντά της, εκείνη έβγαινε μπροστά του και τον «σταύρωνε» (του έκλεινε το δρόμο), απλώνοντας το δεξί «μπιλιτζικωμένο» χέρι της για να το φιλήσει!
Μετά το υποχρεωτικό αυτό χειροφίλημα, που δημιουργούσε ρίγος στον περαστικό, εκείνος απομακρυνόταν, έχανε όμως για πάντα τη λαλιά του (μούτευε)!
Η Μεζντάνη καταγεγραμμένη σε ένα περιηγητικό βιβλίο, λίγο πριν την προσάρτηση της Θεσσαλίας (1881). Κοκκίδης Ιφικράτης, «Οδοιπορικά Ηπείρου & Θεσσαλίας», εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, έτος 1880, σελ. 163. «…Μεσδάν, απέχοντος 2 ώρας από Ριζάβα, 1.100 Έλληνες κάτοικοι, 1 ναός, 1 χάνιον, 1 σχολείον και άφθονα ύδατα…».
ΠΗΓΗ