Articles by "Μάχες"

Showing posts with label Μάχες. Show all posts

Το διάστημα από 11 έως 12 Σεπτεμβρίου 2024, στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ο Διοικητής της 1ης Στρατιάς/EU-OHQ «ΑΧΙΛΛΕΑΣ» Αντιστράτηγος Δημόκριτος Κωνσταντάκος, υποδέχθηκε στην έδρα της 1ης Στρατιάς στη Λάρισα, τον Διοικητή της 1ης Στρατιάς Τουρκίας με έδρα την Κωνσταντινούπολη, Στρατηγό Metin Tokel.με φόντο τον  "ΜΑΥΡΟ ΚΑΒΑΛΑΡΗ"


Οι Τούρκοι ως συνήθως βάζουν τους Έλληνες αξιωματούχους κατά την επίσκεψη τους στην Τουρκία, να βγαίνουν φωτογραφίες με φόντο τον Μουσταφά Κεμάλ, τώρα κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου επικεφαλής της 1η Στρατιάς στην Λάρισα, τον έβαλαν να βγάλει φωτογραφία με φόντο τον αποκαλούμενο “ Μάυρο καβαλάρη” Νικόλαο Πλαστήρα, ο οποίος σημειώνεται ότι ήταν ο φόβος και ο τρόμος των δυνάμεων του Κεμάλ.

 



Κατά την επανάσταση του 1878 και οι επιπτώσεις της στο ανατολικό ζήτημα


Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα οριοθετήθηκε μια περίοδος μεγάλων αλλαγών τόσο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία, όσο και για την πολιτική ζωή της χώρας. Ήλθε στο προσκήνιο και η διαδικασία σχηματισμού των εθνικών κρατών διαμέσου της όξυνσης του ανατολικού ζητήματος.

Η κρίση του ανατολικού ζητήματος στα 1875-78 επιτάχυνε με γρήγορο ρυθμό τις εξελίξεις στα Βαλκάνια. Η αγροτική εξέγερση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη το καλοκαίρι του 1875 κατά των μουσουλμάνων γαιοκτημόνων και η βουλγαρική εξέγερση τον Απρίλιο του 1876 τόνωσαν το φιλοπόλεμο ρεύμα στη Σερβία και στη Ρωσία. Οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι κήρυξαν τον πόλεμο στους Οθωμανούς τον Ιούνιο του 1876 και οι Ρώσοι κήρυξαν με τη σειρά τους τον πόλεμο στην Οθωμανική αυτοκρατορία την άνοιξη του 1877. Είχε προηγηθεί η στάση πληρωμών της υπερχρεωμένης Οθωμανικής αυτοκρατορίας η οποία βρισκόταν σε κατάσταση δημοσιονομικής κατάρρευσης και μήνες άκαρπων διαβουλεύσεων ανάμεσα στις μεγάλες Δυνάμεις και στους Οθωμανούς.

Μ’ αυτό τον τρόπο τον Μάιο του 1877 προέκυψε το ζήτημα της πιθανότητας διαμελισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά και της κήρυξης ευρωπαϊκού πολέμου δια της άκαμπτης αντίθεσης της Μεγάλης Βρετανίας στην  πολιτική της Ρωσικής επέκτασης. Όπως ήταν φυσικό στην Ελλάδα οι πιέσεις από την κοινή γνώμη υπήρξαν έντονες. Στις 26 Μαΐου 1877 σχηματίσθηκε οικουμενική κυβέρνηση η οποία προχώρησε σε πολεμική προετοιμασία αλλά σπαρασσόταν από αντιθέσεις που αφορούσαν την τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί. Αρχές του 1878 ανατράπηκε η οικουμενική κυβέρνηση και ανέλαβε την κυβέρνηση ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος. Το λαϊκό αίτημα για έξοδο στον πόλεμο γινόταν αφόρητο, αφού οι ρωσικές νίκες και η διαφαινόμενη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας εκμηδένιζαν την πειθώ των επιχειρημάτων της μη εμπλοκής.

Παρά το γεγονός της ουδετερότητας της Ελλάδας ανταρτικά σώματα αναπτύχθηκαν στην ορεινή ζώνη της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, και της Ηπείρου. Η έλλειψη εφοδίων, ο ρομαντισμός, ο εθελοντισμός, η απειρία και η πολυαρχία που χαρακτήριζαν τα αντάρτικα αυτά σώματα περιόρισαν την δράση τους στην ορεινή κυρίως ζώνη. Στις 21 Ιανουαρίου 1878 τμήμα του ελληνικού στρατού, που έδρευε στην Λαμία με δύναμη 23.500 ανδρών εισήλθε στην Θεσσαλία υπό την ηγεσία του υποστράτηγου Σκαρλάτου Σούτσου ο οποίος υπήρξε και κατά την κρίση του 1854 υπουργός των Στρατιωτικών και ένας από τους θερμότερους υποστηρικτές της πολεμικής εμπλοκής. Η πολεμική αυτή πράξη ήταν η πρώτη μετά το 1829 ανοιχτή πολεμική εμπλοκή του ελληνικού στρατού με τον οθωμανικό. Την επομένη μέρα μετά από μερικές ασήμαντες αψιμαχίες κοντά στο Δομοκό διατάχθηκε υποχώρηση και επιστροφή στην Λαμία.

Οι κάτοικοι της περιοχής που είχαν υποδεχτεί με ενθουσιασμό τον ελληνικό στρατό διαμαρτυρήθηκαν και εκατόν εβδομήντα πέντε στρατιώτες και υπαξιωματικοί με αρχηγούς τον επιλοχία Δημήτριο Τερτίπη και τον ανθυπολοχαγό Μαυροδήμο αντέδρασαν και δήλωσαν ότι αρνούνται να εγκαταλείψουν τους κατοίκους και θα παραμείνουν στη Θεσσαλία. Ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός γύριζε σιωπηλός στη Λαμία με θλιμμένες τις όψεις και τυλιγμένη τη σημαία. Μόλις έφτασαν στο στρατόπεδο, δημιουργήθηκε αναταραχή ανάμεσα στους υπόλοιπους στρατιώτες και υπαξιωματικούς. Ο επιλοχίας Γεώργιος Λάϊος κινητοποίησε 96 άνδρες και υπαξιωματικούς και ξεκίνησε νύχτα για να συναντήσει το σώμα Τερτίπη.

Τα σώματα Λάϊου και Τερτίπη στην πορεία ενισχύθηκαν με στρατιώτες και υπαξιωματικούς άλλων σωμάτων ενώ υπήρξαν και μερικοί που μετανιωμένοι επέστρεψαν στην Λαμία. Με τη συνδρομή εθελοντών έφτασαν τους τριακόσιους τριάντα άντρες. Στη συνέχεια, ενώθηκαν με τα υπό τον Κωνσταντίνο Ισχόμαχο επαναστατικά σώματα των Αγράφων. Οι Έλληνες έδωσαν νικηφόρα μάχη κατά των τουρκικών δυνάμεων στο Καλλίθηρο και πέτυχαν την παράδοση της φρουράς του Μουζακίου. Η εξέλιξη των μαχών ήταν ικανοποιητική, χάρις στις ιδιαίτερες επιτελικές ικανότητες του Κωνσταντίνου Ισχόμαχου και γιατί οι αρχηγοί εφάρμοσαν τακτική ανταρτοπόλεμου και απέφευγαν   την κατά μέτωπο σύγκρουση σε ανοιχτό πεδίο, με εχθρό οργανωμένο, καλά εξοπλισμένο και πολλαπλάσιο σε αριθμητική δύναμη.

Οι Έλληνες επιχείρησαν με την ανάπτυξή τους στην πεδινή ζώνη να διακόψουν την επικοινωνία της φρουράς της Καρδίτσας με τη Λάρισα. Το έδαφος δεν προσέφερε καταφύγιο. Λιγότεροι αριθμητικά και χωρίς αρκετά πολεμοφόδια, μάλλον, θα έπρεπε να αποσυρθούν στα ορεινά. Αυτό έκαναν οι περισσότεροι, αλλά τα σώματα του Τερτίπη, του Λάϊου και του Λάζου, παρακινούμενα από τα παράπονα και τις πιέσεις των κατοίκων, δεν θέλησαν να τους αφήσουν στο έλεος των Τούρκων και παρέμειναν στον κάμπο. Αργότερα, και άλλα επαναστατικά σώματα επέστρεψαν στην περιοχή των Σοφάδων και τοποθετήθηκαν στις θέσεις, που αρχικά είχαν εγκαταλείψει. Πλαισιώθηκαν και από πολλούς μαχητικούς ντόπιους. Οι Τούρκοι, όμως, νομίζοντας ότι τα σώματα των Τερτίπη, Λάϊου και Λάζου είναι απομονωμένα στον κάμπο, ξεκίνησαν στις 5 το πρωί της 21ης Μαρτίου και κατευθύνθηκαν προς τη Ματαράγκα και τον Πύργο Ματαράγκας. Ο τουρκικός στρατός αποτελούνταν από 4.500 πεζούς, 600 ιππείς και τέσσερα ορεινά τηλεβόλα.

Η μάχη επικεντρώθηκε σε τρία, κυρίως, σημεία: α) Στην Ματαράγκα, όπου 80 επαναστάτες αντιμετώπιζαν 2000 πεζούς, 300 ιππείς και δύο τηλεβόλα, β) Στη γέφυρα Αμπάζ Αγά, όπου μαχόταν ο Τερτίπης με 18 στρατιώτες και γ) Στην Πετρομαγούλα, όπου ο Λάιος και άλλοι, με 60 περίπου άντρες, αντιμετώπιζαν τον κύριο όγκο του τουρκικού στρατού. Οι επαναστάτες, πολεμώντας σώμα με σώμα και μέχρις εξάντλησης των πολεμοφοδίων, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από τη γέφυρα. Η Ματαράγκα τυλίχτηκε στις φλόγες και οι κάτοικοι γνώρισαν τις δολοφονικές διαθέσεις των Οθωμανών. Ο δάσκαλος του χωριού Γεωργουλόπουλος, ο ιερομόναχος Παπαβαγγέλης και ο υπηρέτης της εκκλησίας Θανασούλας ήταν μεταξύ των θυμάτων. Η άμυνα των Ελλήνων ανάγκασε τους Τούρκους να σταματήσουν τις προσπάθειες να υπερφαλαγγίσουν τις επαναστατικές δυνάμεις και τους περιόρισε σε κατά μέτωπο επιθέσεις. Βαθμηδόν, η μάχη συγκεντρώθηκε στην Πετρομαγούλα του Κιερίου. Ο Λάϊος έπεσε, ηρωικά μαχόμενος, στο λόφο της Πετρομαγούλας. Εκεί τραυματίστηκε και ο γιός του υποστρατήγου Δημήτρης Σούτσος, ο οποίος αργότερα ανδείχθηκε δήμαρχος Αθηναίων. Ηρωικά αμύνθηκαν τα σώματα των Καλαμάρα και του Ραχιώτη στη γέφυρα του Οργόζινου καθώς και το σώμα του Σισμάνη στο Μοσχολούρι.

Σε δυσχερές έδαφος 800 Έλληνες οπλίτες του πεζικού και ντόπιοι κάτοικοι, χωρίς επαρκή πολεμοφόδια, αντιστάθηκαν νικηφόρα σε πέντε χιλιάδες, περίπου, Οθωμανούς στρατιώτες με ιππικό και πυροβολικό. Τα σώματα των Θεοδώρου και Δαλαβέρη αντέταξαν ηρωική άμυνα πάνω στο λόφο της Πετρομαγούλας, όπου κυρίως κατευθυνόταν οι επιθέσεις των Οθωμανών. Στην κορυφή του λόφου ο Κωνσταντίνος Ισχόμαχος κατηύθυνε τη μάχη. Ο Δημήτριος Τερτίπης, αεικίνητος, μετέβαινε συνεχώς στα κρίσιμα σημεία.

Στις 4.30 το απόγευμα οι Τούρκοι έσφιξαν τον κλοιό γύρω από τους Έλληνες και προέταξαν σώμα 50 επίλεκτων. Οι στιγμές ήταν κρίσιμες, ο Τερτίπης είδε να έρχεται προς βοήθεια ένα σώμα εκατό ανδρών και ενθουσιασμένος διέταξε αντεπίθεση. Η αντεπίθεση εξελίχθηκε σε μια φριχτή πάλη σώμα με σώμα. Το επίλεκτο σώμα των πενήντα Οθωμανών εξοντώθηκε πλήρως και οι Τούρκοι υποχώρησαν τριακόσια περίπου βήματα. Γύρω στις 6 το απόγευμα μια νέα ενίσχυση από εξήντα περίπου ντόπιους πολεμιστές έδωσε την αποφασιστική τροπή στη μάχη. Ο προύχοντας των Αγράφων Κωνσταντίνος Τσάπαλος επικεφαλής σώματος Σοφαδιτών τέθηκε υπό τις διαταγές του Ισχόμαχου. Η αριστερή πλευρά των Ελλήνων υπερφαλάγγισε το δεξιό πλευρό των Τούρκων και έτρεψε το ιππικό σε άτακτη φυγή. Οι Τούρκοι υποχώρησαν οργανωμένα και στις 8.30 το βράδυ το βαθύ σκοτάδι σταμάτησε τη μάχη. Οι Έλληνες μεθυσμένοι από τη νίκη τους μετρούσαν τους νεκρούς τους. Η μάχη είχε κριθεί και οι Έλληνες επαναστάτες αποσύρθηκαν στα ριζά των Αγράφων. Είχαν κερδίσει μια περιφανή νίκη. Η λαϊκή μούσα ύμνησε αυτή τη μάχη και τον ηρωικό θάνατο του Λαΐου με δημοτικά τραγούδια.

Ποια ήταν όμως η σημασία της μεγάλης αυτής νίκης που επιτεύχθηκε σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες; Στα πλαίσια του ανατολικού ζητήματος η χώρα μας έδωσε ένα πολύπλευρο αγώνα, διπλωματικό, δημοσιονομικό και στρατιωτικό. Ως απόρροια της βρετανικής αντίδρασης στη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και της ανάγκης για νέα διευθέτηση τον Ιούνιο του 1878 συγκλήθηκε το συνέδριο του Βερολίνου που είχε ως αποστολή να αναδιανείμει τα εδάφη των Βαλκανίων. Δεν επετράπη στα βαλκανικά κράτη να συμμετάσχουν, αλλά με απεσταλμένους να προβάλουν τις απαιτήσεις τους. Στο συνέδριο του Βερολίνου, ανατράπηκε η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και περιορίστηκε η Μεγάλη Βουλγαρία. Αποφασίστηκε η διαφορά μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, να διευθετηθεί με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Πώς, όμως, η Ελλάδα νομιμοποίησε την παρέμβασή της, αφού είχε τηρήσει πολιτική ουδετερότητας και οι διάσπαρτοι στους ορεινούς όγκους επαναστάτες είχαν σχεδόν παντού ηττηθεί; Η σημασία της μάχης στη Ματαράγκα και στην Πετρομαγούλα είναι κομβική για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας. Κράτησε το νικηφόρο πνεύμα των επαναστατών ακμαίο, διατήρησε το επαναστατικό κίνημα ζωντανό και ανάγκασε τους Άγγλους προξένους στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη να έλθουν στη Θεσσαλία, να επισκεφτούν το αρχηγείο των επαναστατών στο Λουτρό και να τους ζητήσουν να σταματήσουν, με την υπόσχεση ότι τα αιτήματά τους θα δικαιωθούν με τη φροντίδα της Μεγάλης Βρετανίας. Μ’ αυτό τον τρόπο έγινε δυνατή η αποτελεσματικότερη παρουσίαση των ελληνικών αιτημάτων στο συνέδριο του Βερολίνου και η απελευθέρωση της Θεσσαλίας και του νοτίου τμήματος της Ηπείρου, με τους όρους της συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως.

Το 1878 άλλαξε και ο χάρτης της ανατολικής Μεσογείου. Με την σύμβαση της Χαλέπας η επαναστατημένη Κρήτη απολαμβάνει για πρώτη φορά ένα καθεστώς μερικής αυτονομίας, Η Μεγάλη Βρετανία βρήκε την ευκαιρία και άρπαξε την Κύπρο.

Οι νεκροί που τιμούμε σήμερα ακολούθησαν την συνείδησή τους και όρθωσαν αποτελεσματικά το ανάστημα τους σε ένα πολύ ισχυρότερο αντίπαλο. Διέγνωσαν σωστά την ιστορική συγκυρία και έδωσαν σκληρές μάχες με μεγάλο προσωπικό κόστος και μέγιστο κοινωνικό αποτέλεσμα. Πάλεψαν σε δύσκολες συνθήκες και χωρίς στήριξη, υπακούοντας όχι στο γράμμα των κανονισμών αλλά σε ένα ισχυρό αίσθημα πατριωτισμού και προσωπικής αξιοπρέπειας, και πέτυχαν να δώσουν μια ισχυρή ώθηση στο όραμα όχι μόνο των Θεσσαλών αλλά και των υπόλοιπων Ελλήνων για ελευθερία. Το βάρος του αγώνα σήκωσαν άμισθοι εθελοντές και στρατιωτικοί που χαρακτηρίστηκαν λιποτάκτες. Μάλιστα κατά την επιστροφή τους στην Ελλάδα υπέστησαν ταλαιπωρίες και διώξεις.

Η σημασία των γεγονότων του 1878 υπήρξε  καθοριστική όχι μόνο για την πορεία της απελευθέρωσης των κατοίκων της Ηπείρου και της Θεσσαλίας αλλά και της Κρήτης και της Μακεδονίας. Η κατανόηση των γεγονότων το 1878 δεν είναι απλά μια απαραίτητη ένδειξη τιμής σε ανθρώπους που θυσιάστηκαν για την ελευθερία αλλά είναι ιδιαίτερα επίκαιρη. Η βαθιά κρίση που συγκλόνισε τη Βαλκανική κατά την κρίσιμη δεκαετία 1990-2000, και σε πολλές περιπτώσεις συνεχίζεται ως τις μέρες μας, επανέφερε με επιτακτικό τρόπο την ανάγκη ανασκόπησης των διαδικασιών που οδήγησαν στον σχηματισμό των βαλκανικών κρατών. Τα γεγονότα του 1878 μπορούν να μας διδάξουν και για τους εθνικούς κινδύνους που ελλοχεύουν σε μια πολύχρονη και βαθιά δημοσιονομική κρίση.

*Εκφώνηση Πανηγυρικού στη Ματαράγκα κατά εορταστικές εκδηλώσεις της Επετείου της τελευταίας μάχης της Θεσσαλικής Επανάστασης της 21ης Μαρτίου 1878 παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου

Αντώνη Α. Αντωνίου  Διδάκτορος οικονομικής ιστορίας Πανεπιστημίου Paris 1 – Sorbonne*

www.elliniki-gnomi.eu




Στις αρχές Μαρτίου 1941, ο ίδιος ο Μπενίτο Μουσολίνι έφτασε στην Αλβανία για να παρακολουθήσει από κοντά τις επιχειρήσεις. Κύριος στόχος, η διάσπαση του μετώπου σε μια γραμμή έξι χιλιομέτρων, από την Γκλάβα στο Μπούμπεσι. Την επιχείρηση είχε αναλάβει το όγδοο ιταλικό σώμα στρατού, που έριξε στη μάχη τέσσερις μεραρχίες και δυο τάγματα μελανοχιτώνων, κρατώντας άλλες δύο σε εφεδρεία. Απέναντι τους, η πρώτη ελληνική μεραρχία που πολεμούσε συνεχώς από την αρχή της εκστρατείας. Η πολυδιαφημισμένη «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών ξέσπασε στις 9 του Μάρτη του 1941 σε όλη τη γραμμή του μετώπου. Στις 26 του Μάρτη ο απολογισμός ήταν τραγικό. Δώδεκα ιταλικές μεραρχίες με άφθονα εφόδια είχαν ριχτεί σε έξι καταπονημένες ελληνικές και δεν πήραν ούτε σπιθαμή εδάφους.
Μεγάλη συμβολή στον Β' ΠΠ είχε η χώρα μας. Πιο γνωστή στο ευρύ κοινό η Ελληνο-ιταλική σύγκρουση στην Πίνδο, η Μάχη των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά και η Μάχη της Κρήτης. Ένα περιστατικό ηρωικό από το ελληνο-αλβανικό μέτωπο που δεν είναι τόσο πολύ γνωστό, διαδραματίστηκε κατά την διάρκεια της «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών στο Ύψωμα 731.
Το εν λόγω ύψωμα (υψόμετρο 731 μ.) βρίσκεται περί τα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας. Ήταν ένα από τα ισχυρότερα ερείσματα που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός κατά τους χειμερινούς αγώνες, που προηγήθηκαν, κλειδί της όλης τοποθεσίας, στον κεντρικό τομέα της Αλβανίας. Η παραμονή σε ελληνικά χέρια του υψώματος αυτού καταδίκαζε κάθε προσπάθεια των Ιταλών. Η αρχή της ιταλικής επίθεσης έγινε νωρίς το πρωί της 9ης Μαρτίου, με σφοδρή δράση του πυροβολικού με όλμους και αεροπορικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων.
Ένας τιτάνιος αγώνας διεξήχθη. Στο ύψωμα 731, καθώς και στα γειτονικά υψώματα, πολέμησαν οι άνδρες του 5ου Συντάγματος της I Μεραρχίας πού κατάγονταν κυρίως από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα. Στο διάστημα από 9 έως 11 Μαρτίου 1941, πενήντα Τρικαλινοί θυσιάστηκαν ηρωικά, υπερασπιζόμενοι το ύψωμα. Η τρίτη μέρα βρίσκει το 5° σύνταγμα Τρικάλων να έχει 586 άνδρες νεκρούς και τραυματίες, περίπου την μισή του δύναμη. (Απολογισμός της μάχης για τους Ιταλούς 1.000 νεκροί και 3.000 τραυματίες και για τους Έλληνες 145 νεκροί και 400 τραυματίες.)
Η τιτανομαχία του Υψώματος 731
Γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντάρας- Σταθαράς: «Ελέγαμε: ένα Μαραθώνα ακόμα! Ελέγαμε: μια Σαλαμίνα ακόμα! Ελέγαμε: ακόμα ένα Εικοσιένα! Και ήρτες τέλος Συ Μητέρα-Μέρα…» Το ηρωικό έπος του 1940-41 τα έχει όλα, όσα διασαλπίζει με τη στεντόρεια φωνή του ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός. Από τα βαθιά χαράματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μέχρι τον Απρίλιο του 1941 διαδραματίστηκαν επικά γεγονότα, που προκαλούν τη συγκίνηση και το θαυμασμό μας. Εμείς οι νεότεροι τα διαβάζουμε στην Ιστορία. Η προηγούμενη όμως γενιά τα έζησε ενεργά και τα έγραψε με ιδρώτα και αίμα πάνω στα βουνά της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας. Το 731 αναδείχθηκε και Μαραθώνας και Σαλαμίνα και Εικοσιένα!» (ΑΡΧΕΙΟ Δ.Γ. ΚΑΣΛΑΣ, «ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940-41 - Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά», 15-2-2008.)
Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών γράφει: «Επί 7 ημέρες, ως τις 15 Μαρτίου η μεραρχία δοκιμάστηκε σκληρά, αλλά απέκρουσε τα κύματα των επιτιθέμενων αντιπάλων. Οι επιθέσεις και αντεπιθέσεις άρχιζαν με πυκνό κανονιοβολισμό που κατέσκαβε τα υψώματα, για να καταλήξουν σε συμπλοκές, όπου το λόγο είχαν η χειροβομβίδα και η λόγχη. Το ύψωμα 731, μεταξύ Αώου και Άψου, έμεινε θρυλικό. Ως τις 19 Μαρτίου, μετά από σχετική τριήμερη ανάπαυλα, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν κατά του υψώματος 731 όχι λιγότερες από 18 επιθέσεις. Το «731», όπως έμεινε γνωστό στην πολεμική ιστορία και των δύο αντιπάλων, υπήρξε ίσως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκοσμίου πολέμου». (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ.441-442).
Ο λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, πολεμιστής του 1940, γράφει: «Ξημερώνει η 10 Μαρτίου 1941 ,ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλλέρο ξαναρχίζει. Ξαναρχίζει από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μιαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της.
Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου. Τα ελληνικά πυρά της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού. Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731. Χύμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά, ενώ έπιαναν και να βομβαρδίζουν την Τρεμπεσίνα. Είταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο» (Άγγελος Τερζάκης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΪΑ 1940-1941, Αθήναι 1964, σελ.177-178).
Τχης (ΠΖ) Δημήτριος Κασλᾶς, διοικητὴς τοῦ II/5 Τάγματος κατὰ τὴν μάχη τοῦ Ὑψώματος 731 (9-10 Μαρτίου 1941)
Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά
Στο προσωπικό χειρόγραφο ημερολόγιο του Ταγματάρχη (τότε) Δημητρίου Κασλά, από το Πουρί Ζαγοράς, Διοικητή του ΙΙ (2ου) Τάγματος του 5ου Συντάγματος , που με τους στρατιώτες του υπερασπίστηκε το ύψωμα 731, αναφέρει:
«(Ημέρα πρώτη: Κυριακή 9η Μαρτίου 1941, «έναρξις της επιθέσεως»)
(Πρωινές ώρες): Την 06:30 ώραν ήρξατο τρομακτικόν και καταιγιστικόν πυρ του εχθρικού Πυροβολικού και όλμων. Η πρώτη ομοβροντία μιας βαρέως Πυροβολαρχίας ερρίφθη ακριβώς την 06:30 ώραν επί του υψώματος 731, όπου ο Σταθμός Διοικήσεώς μου ήτο το σύνθημα της ενάρξεως της βολής.
Ο βομβαρδισμός συνεχίζεται με αυξάνουσαν έντασιν. Σμήνη αεροπλάνων ρίπτουν συνεχώς τα φορτία των επί των υψωμάτων 731 και 717. Το ύψωμα 731, όπου το Τάγμα μου, σείεται συνεχώς, σκόνη, φωτιά και καπνός, η ατμόσφαιρα είναι βαρειά, δύσκολα αναπνέει κανείς από τα αέρια των εκρήξεων, κόλασις πυρός, μας περιβάλλαν καπνοί και αι φλόγες, δεν ημπορούμε να διακρίνουμε τι γίνεται εις απόστασιν 10 μέτρων. Το ύψωμα 731 ήτο δασωμένον με δέντρα ύψους 4-5 μέτρων, εντός διώρου έμεινε γυμνόν. Τα συρματοπλέγματά μας κατεστράφησαν, τα χαρακώματα ισοπεδώθηκαν, οι στρατιώται καλύπτονται εις τας οπάς των οβίδων και αγωνίζονται απεγνωσμένα να επανορθώσουν τας ζημίας, ιδίως να προστατεύσουν τα πολυβόλα και οπλοπολυβόλα από την καταστροφήν, από τις πέτρες και χώματα που εγείροντο από τας εκρήξεις. Τα υπάρχοντα επί του υψώματος 731 δύο πυροβόλα των 6,5 και αντιαρματικός ουλαμός των 37 κατεστράφησαν ολοτελώς.
Περί την 07:30 ώραν κατόρθωσα να επικοινωνήσω τηλεγραφικώς δια λίγα λεπτά με τον Συνταγματάρχην Κετσέαν, επίσης μετά του Διοικητού του Συγκροτήματος Συνταγματάρχου Γεωργούλα Ν., οι οποίοι αγωνιούσαν να πληροφορηθούν την κατάστασίν μας. Με ερώτησαν εάν οι άνδρες του Τάγματος κρατούν τας θέσεις των, τους απάντησα ότι οι Λόχοι ευρίσκονται εις τας θέσεις των. Μου διεβίβασεν την εξής Διαταγήν γραπτήν: «Επί των θέσεών σας θ' αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων.».
...Του απήντησα: οτιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί.
Περί την 8ην ώραν το Πυροβολικόν του εχθρού ήρχισε να επιμηκύνη την βολήν του εις τα μετόπισθεν του Τάγματος και την 08:30 έπαυσεν την βολήν του επί των υψωμάτων 731 και 717. ΄Ητο φανερόν πλέον ότι θα ήρχιζεν η επίθεσις των Ιταλών. Διέταξα τους Λόχους να ετοιμάσουν τα αυτόματα και να μη βάλουν από μεγάλας αποστάσεις, παρά μόνον όταν οι Ιταλοί θα έφθαναν εις ωρισμένα σημεία του εδάφους που υπεδείχθησαν επί τόπου εις απόστασιν περίπου 200 μέτρων.
Περί την 09:30 ώραν οι Ιταλοί χρησιμοποιούντες τας δεξιά του 5ου Λόχου βαθείας γραμμάς πλησιάζουν επικινδύνως και προσεγγίζουν τα κατεστραμμένα συρματοπλέγματα. Αρχίζει πλέον ο αγών διά της χειροβομβίδος. Οι Ιταλοί δοκιμάζουν με τρόμον και φωνάς τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των αμυντικών μας χειροβομβίδων.
(Μεσημέρι): Την μεσημβρίαν προσπαθούν οι Ιταλοί να επαναλάβουν την επίθεσίν των, αλλά ευθύς ως αναπτύσσονται καθηλούνται και διασκορπίζονται από το Πυροβολικό και τα Πολυβόλα μας.
(Απόγευμα): Το απόγευμα και ενώ μέχρι της στιγμής εκείνης τα εχθρικά πυρά είχον αραιωθή, εκσπά και νέα επίθεσις μετά σφοδρού βομβαρδισμού, εφ' ολοκλήρου του τομέως της Ι Μεραρχίας και ανασκάπτεται πάλιν το έδαφος από το πυροβολικόν και τας βόμβας αεροπλάνων. Οι στρατιώται περιμένουν να πλησιάσουν τα εχθρικά τμήματα πεζικού, τα παραλαμβάνουν με τα αυτόματα και τα αποδεκατίζουν με επιτυχείς ριπές και όταν ο εχθρός χρησιμοποιή τας βαθείας γραμμάς και προσεγγίζει τα χαρακώματα, επιτίθενται διά της χειροβομβίδος και της λόγχης.
Οι Ιταλοί όμως δεν παραιτούνται. Δοκιμάζουν διά μία ακόμα φοράν, προτού νυκτώση, να διασπάσουν τας γραμμάς μας επί του υψώματος 731.Και η προσπάθεια αυτή αποκρούεται σε σοβαροτάτας απωλείας.
(Βράδυ): Η νύκτα μας βρίσκει όλους εξηντλημένους σωματικώς. Είμεθα όλη την ημέραν νηστικοί. Εν τούτοις κανείς δεν θέλει να φάγη. Έχουμε άφθονο κονιάκ. Οι Λόχοι δεν ζητούν ψωμί αλλά χειροβομβίδας αμυντικάς και σκαπανικά εργαλεία. Καθ' όλην την νύκτα οι ημιονηγοί του Τάγματος, οι αφανείς αυτοί ήρωες επηγαινοερχόνταν εις τον σταθμόν εφοδιασμού διά να μας φέρουν εκατοντάδας φορτίων χειροβομβίδων, πυρομαχικών και λοιπών εφοδίων.
(Ημέρα δεύτερη: Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941).
(Πρωινές ώρες): «Την 7ην πρωινήν ήρχισε πάλιν το ιταλικόν πυροβολικόν. Εις τας 9 ώρα αρχίζει η Ιταλική επίθεσις. Αυτήν την ημέραν κατευθύνεται προς το αριστερόν μας διά να υπερφαλαγγίσουν το 731 εκ του αριστερού. Οι Ιταλοί κινούνται με μυρίας προφυλάξεις, τους καταλαμβάνει πρώτον το Πυροβολικόν μας και τους αποδεκατίζει. Το Πυροβολικόν των Ιταλών προσπαθεί να υποστηρίζει την κινουμένην φάλαγγα. Οι Ιταλοί προχωρούν κατά διαδοχικά κύματα με προφανή σκοπόν να καταλάβουν οπωσδήποτε το 731, χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τας απωλείας των. Οι Ιταλοί φθάνουν εις απόστασιν από 50-100 μ. από την γραμμήν αντιστάσεως. Διά να εξαπατήσουν τους στρατιώτας μας υψώνουν λευκά μανδίλια, προς στιγμήν υπέθεσαν ότι επρόκειτο να παραδοθούν. Αντελήφθην εκ πρώτης στιγμής ότι επρόκειτο περί απάτης. Επενέβην αμέσως, διέταξα έντασιν των πυρών διά χεροβομβίδων και τοπικήν αντεπίθεσιν. Οι Στρατιώται κραυγάζοντες την περίφημον πολεμικήν ιαχήν «αέρα» διά της λόγχης και των χειροβομβίδων αιφνιδιάζουν τους Ιταλούς, οι οποίοι αρχίζουν να τρέχουν προς τα οπίσω, μεταβαλόντες την υποχώρησίν των εις πανικόβλητον φυγήν. Η επίθεσις των συνετρίβη.
(Μεσημέρι): Ολίγον προ της μεσημβρίας διεξάγεται νέα προσπάθεια εις το ίδιο σημείον παρά Ιταλών κατόπιν πάλιν προπαρασκευής διά σφοδρού βομβαρδισμού και η επίθεσις αύτη συνετρίβη προ του ακαμάτου ηρωισμού των Λόχων, διά της λόγχης, μέχρι την 12:30 ώραν τρέπομεν εις νέαν άτακτον φυγήν τους Ιταλούς.
(Απόγευμα): ... Εις τας 06:30 αρχίζει βομβαρδισμός επί των υψωμάτων 731 και 717 και μετ' ολίγον νέα επίθεσις των Ιταλών και κατά των δύο πλευρών του υψώματος 731, δηλαδή εναντίον και των δύο Λόχων μου. Και η επίθεσις αυτή απεκρούσθη με βαρυτάτας απωλείας διά τον εχθρόν.
(Βράδυ): Προς το εσπέρας νομίζουν ότι θα κλονίσουν το ηθικόν των στρατιωτών μας, ρίπτουν δι' αεροπλάνων χιλιάδας προκηρύξεις, καλούν τους στρατιώτας μας να ρίψουν τα όπλα και να σπεύσουν να παραδοθούν. Αι προκηρύξεις αυταί μόνον γέλωτας προσέφερον εις τους ηρωικούς οπλίτας.
Και η δευτέρα ημέρα της επιθέσεως έκλεισε με την απόλυτον διατήρησιν των θέσεών μας επί του υψώματος 731, καθώς επίσης και το δεξιά μου ΙΙΙ Τάγμα επί του υψώματος 717.»
Η «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών απέτυχε. Ο Μουσολίνι έφυγε ταπεινωμένος. Το ύψωμα 731 έγινε δόξα και το όνομά του γράφτηκε στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη: «731».
δείτε εδώ!



 Το 1876 η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, προσπαθώντας να φανεί αρεστή στην Αγγλία και να την έχει σύμμαχο στις μελλοντικές της διεκδικήσεις αρνήθηκε να συμμαχήσει με τη Σερβία και να κηρύξουν από κοινού τον πόλεμο κατά των Οθωμανών.

Αυτή όμως η προσπάθεια ουδέτερης στάσης βρήκε αρνητική απήχηση στην κοινή γνώμη της Ελλάδας, η οποία πίεσε προς την κρυφή δημιουργία μυστικών οργανώσεων και τη χρηματοδότηση εθελοντικών επαναστατικών σωμάτων σε συνεργασία με τους Έλληνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.
Έτσι δημιουργήθηκε η «Εθνική Άμυνα» και η «Αδελφική Ένωση», με δημιουργό και πρόεδρο το Λοχαγό του Πυροβολικού Κωνσταντίνο Ισχόμαχο.


Στις αρχές του 1878 η Ρωσία προέλασε νικηφόρα κατά της Τουρκίας και κατέλαβε την Αδριανούπολη. Στην Ελλάδα η κοινή γνώμη εξεγείρεται για μια ακόμη φορά και ζητά άμεση εμπλοκή της χώρας μας στον πόλεμο και εισβολή στη Θεσσαλία. Σχηματίζεται νέα κυβέρνηση υπό τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, με Υπουργό Εξωτερικών τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Ήδη ένοπλα σώματα Ελλήνων επαναστατών ελευθερώνουν το Σμόκοβο και τη Ρεντίνα. Προς τα εκεί κατευθύνεται ο Λοχαγός Κωνσταντίνος Ισχόμαχος, για να οργανώσει καλύτερα τα άτακτα εθελοντικά σώματα, ελπίζοντας και στην επίθεση του ελληνικού στρατού.


Στο μεταξύ λήγει ο ρωσοτουρκικός πόλεμος με νίκη της Ρωσίας και υπογράφεται η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που προέβλεπε ανεξαρτητοποίηση της Σερβίας, της Ρουμανίας και του Μαυροβουνίου και τη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας, που ενσωμάτωνε την Ανατολική Ρωμυλία, τη Δυτική Θράκη και ένα μεγάλο τμήμα της Μακεδονίας. Ευτυχώς λίγους μήνες μετά στο Συνέδριο του Βερολίνου οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις αποφάσισαν να παραμείνει η Δυτική Θράκη και η Μακεδονία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Δημήτριος Τερτίπης

Αυτές οι ραγδαίες εξελίξεις δημιούργησαν νέο κύμα πίεσης της κοινής γνώμης προς την κυβέρνηση, που ανήγγειλε επιτέλους την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία, απόφαση που έγινε δεκτή από το στρατό με ενθουσιασμό. 25.000 στρατιώτες ξεκινούν από τη Λαμία για να απελευθερώσουν τους Θεσσαλούς αδελφούς τους. Καθώς όμως η υπαναχώρηση της κυβέρνησης είναι πιθανή, ήδη από την ανακοίνωση της εισόδου οι Υπολοχαγοί Δημήτριος Τερτίπης και Γεώργιος Λάιος δηλώνουν ότι δεν προτίθενται να επιστρέψουν στην Ελλάδα ακόμη κι αν ανακληθεί ο στρατός.

Και ενώ ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε χωρίς αντίσταση τα χωριά στη περιοχή του Δομοκού και πολιόρκησε περίπου 1.200 Τούρκους στρατιώτες, που είχαν καταφύγει στο φρούριο, η αγγλική κυβέρνηση απείλησε με κυρώσεις την Ελλάδα, αν δεν ανακαλέσει το στρατό που εισέβαλε στη Θεσσαλία. Έτσι εκδόθηκε η αιφνίδια τηλεγραφική εντολή της επιστροφής του στρατού στη Λαμία, κάτι που προκάλεσε απογοήτευση, θυμό και αγανάκτηση στο στράτευμα. Όμως στους Έλληνες της περιοχής που φιλοξενούσε το στράτευμα η θλίψη ήταν απερίγραπτη. Σίγουρος θάνατος τους περίμενε, αν έφευγε ο ελληνικός στρατός και αφηνόταν στην εκδικητική μανία των Τούρκων.

Το μνημείο πεσόντων στη Ματαράγκα

Ήταν 27 Ιανουαρίου του 1878. Το στράτευμα ετοιμαζόταν να αποχωρήσει, όταν μια ομάδα με περίπου 20 Υπαξιωματικούς με αρχηγό τον Επιλοχία Δημήτριο Τερτίπη βγήκε από τις γραμμές και αρνήθηκε να αποχωρήσει. «Θα μείνωμεν ενταύθα ίνα υπερασπισθώμεν τους αδελφούς μας, τους κατοίκους, από την εκδίκησιν και την μάχαιραν των Τούρκων», δήλωσαν με θάρρος. Γύρω από τους υπαξιωματικούς συσπειρώθηκαν περίπου 150 στρατιώτες. Την επόμενη μέρα με 96 στρατιώτες συμπορεύτηκε με τον Δημήτριο Τερτίπη ο Επιλοχίας και φίλος του Γεώργιος Λάιος. Αυτοί οι ένθερμοι πατριώτες τότε χαρακτηρίστηκαν λιποτάκτες.

Ποτέ άλλοτε η λέξη λιποταξία δεν είχε τέτοια σημασία. Είναι άραγε λιποτάκτης αυτός που δεν υπακούει στη διαταγή υποχώρησης του στρατού από μια κυβέρνηση κι έναν βασιλιά που είναι υποχείριο των αγγλικών συμφερόντων στην Ελλάδα; Είναι άραγε λιποτάκτης αυτός που οδηγείται από τη δική του θέληση αποκλειστικά στην αυτοθυσία; Είναι λιποτάκτης αυτός που βάζει πάνω από την καριέρα του, πάνω από τη ζωή του, πάνω από την υπακοή του στους ανωτέρους του τη σωτηρία των συμπατριωτών του, που βάζει την εθνική απελευθέρωση πάνω από την όποια τιμωρία;

Greek insurgents in Thessaly, during the 1878 uprising.
Έλληνες αντάρτες στη Θεσσαλία, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 1878 

Λέμε πολύ εύκολα κάποιες φορές τη λέξη ήρωας. Όμως στην περίπτωση των στρατιωτών και των Υπαξιωματικών που λιποτάκτησαν και μπήκαν στο Οθωμανικό έδαφος ο όρος «ήρωας» βρίσκει την πραγματική του αξία. Γιατί αυτοί έδειξαν τη φιλοπατρία τους μαζί με την εσωτερική τους, την ηθική ελευθερία.
Οι Τούρκοι συγκέντρωσαν μεγάλο αριθμό στρατιωτών και στις 21 Μαρτίου 1878 οδήγησαν τις δυνάμεις τους στην ευρύτερη περιοχή της Ματαράγκας, όπου υπήρχαν οι επαναστατημένοι Έλληνες.
Οι τουρκικές δυνάμεις:
Η δύναμη των τούρκων ήταν 4.500 πεζικάριοι, 600 ιππείς και τέσσερα ορεινά τηλεβόλα, με αρχιστράτηγο τον Χασάν Πασά της Καρδίτσας. Ο τουρκικός στρατός είχε παραταχθεί σε δύο σώματα: Το ένα από την πλευρά της Καρδίτσας και το άλλο από Καλυβάκια και Ερμήτσι, προερχόμενο από Λάρισα και Φάρσαλα. Φανερός στόχος τους, η περικύκλωση και εξόντωση των επαναστατών.
Types of Greek highland troops-7th corps of Eogones (1978)

Τύποι ελληνικών στρατευμάτων ορεινών περιοχών - 7ο σώμα Ευζώνων (1978) 

 Οι Ελληνικές δυνάμεις:
Στη Ματαράγκα βρίσκονται 40 άντρες με επικεφαλής το λοχία Λάζο. Το σώμα αυτό ενισχύθηκε, μόλις άρχισε η σύγκρουση, με δυο διμοιρίες στρατιωτών από Σοφάδες. Στον Πύργο Ματαράγκας βρίσκονται οι Δημήτριος Τερτίπης και Γεώργιος Λάιος, με το Σώμα των Υπαξιωματικών και των εθελοντών.

Στο Μπαταλάρ (Κυψέλη) βρίσκεται ο Δ. Σούτσος, με μικρή δύναμη. Στο Μασχολούρι διανυκτερεύει ο αρχηγός Κων. Ισχόμαχος. Συνολικά οι επαναστάτες διαθέτουν δύναμη 800 περίπου αντρών μόνο, η οποία όμως είναι εξαπλωμένη σε ευρύτατο μέτωπο, μέσα στον κάμπο. Ο άμαχος πληθυσμός έφυγε για τα ορεινά.

Η μάχη
Η μάχη άρχισε στις 5 το πρωί της 21ης Μαρτίου του 1878. Αμέσως ο Αρχηγός παρέταξε τα τμήματα του σε επίκαιρα σημεία.
Στέλνει τον Κοντογιάννη με το σώμα του για ενίσχυση της Ματαράγκας, το Σισμάνη να καταλάβει τη γέφυρα του Μοσχολουρίου, τον Καλαμαρά στο χωριό Γκέρμπεσι (Καρποχώρι) και ο ίδιος, με μια διμοιρία στρατιωτών, 40 εθελοντές και 11 γενναίους Χαλκιδιώτες, εγκαθιστά το αρχηγείο του στο Μογγολίνο λόφο, δίπλα στην Πετρομαγούλα.

Ο επιλοχίας Δημ. Τερτίπης, με 18 άντρες, καταλαμβάνει τη γέφυρα του Αμπάζ Αγά, θέση επίκαιρη αλλά τελείως ανοχύρωτη, για να ανακόψει την προέλαση του τουρκικού στρατού, που ερχόταν από την Καρδίτσα, και να παρεμποδίζει τις βολές των τηλεβόλων.

Ο λοχίας Γεώργιος Λάιος καταλαμβάνει το λόφο της Πετρομαγούλας και αναλαμβάνει την υπεράσπιση του.


Αυτή ήταν. με λίνα λόγια. η διάταξη της μάχης. η οποία προμηνυόταν φοβερή. Η μάχη επικεντρώθηκε σε τρία σημεία: 

α) Στη Ματαράγκα, όπου 80 επαναστάτες αντιμετώπιζαν 2000 πεζούς, 300 ιππείς και δύο τηλεβόλα, 

β) Στη γέφυρα Αμπάζ Αγά, όπου μαχόταν ο Δημ. Τερτίπης με 18 στρατιώτες, και 

γ) Στην Πετρομαγούλα Μογγολίνο, όπου ο Γ. Λάιος και άλλοι, με 60 περίπου άντρες, αντιμετώπιζαν τον κύριο όγκο του τουρκικού στρατού.

Στη Ματαράγκα εκτυλίχτηκαν σκηνές ανείπωτου ηρωισμού, αλλά, μπροστά στο χείμαρρο των εχθρικών επιθέσεων, οι επαναστάτες περί τις 9 το πρωί υποχώρησαν προς το χωριό Πύργος Ματαράγκας.

Στη γέφυρα του Αμπάζ Αγά, οι 18 του Τερτίπη, αφού έριξαν και την τελευταία σφαίρα του γκρα, συμπτύχθηκαν στην Πετρομαγούλα.

Στην κορυφή της Πετρομαγούλας
ο Γ. Λάιος, με 16 άντρες, δίνει ομηρική μάχη, αντιμέτωπος με ένα τάγμα τουρκικού στρατού. Πάνω στον αγώνα ο γενναίος σωματάρχης πέφτει. Η Επανάσταση έχασε έναν από τους πιο αφοσιωμένους εργάτες της.

Ο κλοιός γύρω από την Πετρομαγούλα και το Μογγολίνο λόφο συνεχώς περισφίγγεται. Περί τις 4.30 το απόγευμα Έλληνες και Τούρκοι μάχονται σώμα με σώμα. Η μάχη γίνεται με τις ξιφολόγχες.

Τα πράγματα για τους Έλληνες ήταν πολύ άσχημα όταν σώμα 100 περίπου ανδρών φαίνεται σπεύδουν από Μοσχολουρίου.

Ο Δημ. Τερτίπης, στη θέα της ανέλπιστης αυτής βοήθειας διατάσσει αντεπίθεση. Και τότε μια φωνή, ανασπάσαντες τας ξίφολόγχας, ακράτητοι αντεπιτίθενται της Πετρομαγούλας οι ανδρείοι, κατά των προ μικρού επιτεθέντων αυτοίς εχθρών, οίτινες μη δυνάμενοι ν’ αντιοτώσι, ήρξαντο υποχωρούντες» (Μιλτιάδης Σεϊζάνης).

Η μάχη είχε κριθεί. Κατά τις 8 το βράδυ οι Τούρκοι άρχισαν να υποχωρούν κανονικά και οι Έλληνες επαναστάτες αποσύρθηκαν στα ριζά των Αγράφων. Η νίκη είχε ήδη κερδηθεί. Η λαϊκή μούσα ύμνησε αυτή τη μάχη και τον ηρωικό θάνατο του Γ. Λαίου με πολλά δημοτικά τραγούδια. Ένα από αυτά λέει:

«Κορίτσια Σοφαδίτικα, γυναίκες Μασκλουριώτσες φέτος να μην αλλάξετε, φέτος το Καλοκαίρι. Το Λάιο μας τον βάρεσαν στον Πύργο Ματαράγκας. Τον κλαίν’ οι νύχτες κ’ οι αυγές, τον κλαίν’ τα μεσημέρια,τον κλαίει κι η δόλια μάνα του…».

Οι πρωταγωνιστές

Γεώργιος Λάιος

Ο Γεώργιος Λάιος ήταν Επιλοχίας και Υπαρχηγός τού Σώματος των Λιποτακτών. Καταγόταν από το
Παλαιοξάρι (σημερινή Ποτιδάνεια) της Δωρίδας. Δεν σκέφτηκε πολύ, προκειμένου να ακολουθήσει τον αδελφικό του φίλο Δημήτριο Τερτίπη στην παράτολμη ενέργεια της ανυπακοής. Οι αρχές της αξιοπρέπειας, της αγάπης στην Πατρίδα και της απελευθέρωσης των δούλων αδελφών πρυτάνευσαν μέσα του, και χωρίς να διστάσει, ακολούθησε τα κελεύσματα της συνείδησής του, που τον τοποθέτησαν στη θέση του Μάρτυρα της Θεσσαλικής Απελευθέρωσης. Οι δύο φίλοι, έμπλεοι πατριωτισμού και αγωνιστικότητας, λειτούργησαν ως πρότυπα για τους συμμαχητές τους και ως άριστοι Στρατηγοί στις μάχες, και κυρίως στη Μάχη της Ματαράγκας - Πετρομαγούλας Κιερίου (21-3-1878), όπου ο ήρωας Γεώργιος Λάιος έδωσε το αίμα του για την υπόθεση της ελευθερίας. 

.

Δημήτριος Τερτίπης

Ο Δημήτριος Τερτίπης ήταν Επιλοχίας και Αρχηγός τού στρατιωτικού Σώματος. Θεωρείται ως ο αδιαμφισβήτητος πρωτεργάτης
και ήρωας της Επανάστασης του 1878 στα Άγραφα και στον Κάμπο. Η παράτολμη και πρωτοφανής ενέργειά του να λιποτακτήσει από τις τάξεις τού Ελληνικού Στρατού, χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες, και να παραμείνει στις επάλξεις, αγωνιζόμενος για τα δίκαια των δούλων Θεσσαλών, αυτό δείχνει την τόλμη, την αποφασιστικότητα και τον πατριωτισμό τού ανδρός. Δείχνει επίσης την αγάπη και την εμπιστοσύνη των στρατιωτών και των Υπαξιωματικών στο πρόσωπό του, αφού αυτοί δεν δίστασαν να τον ακολουθήσουν κατά την κρίσιμη εκείνη στιγμή. Τα αισθήματά τους προς τον ψύχραιμο, τον γενναίο και τον ατρόμητο στις μάχες Αρχηγό έδειχναν οι άνδρες τού Σώματός του σε κάθε περίσταση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι τραυματισμένοι στρατιώτες του, οι οποίοι με σεβασμό και λατρεία πρόφεραν το όνομά του. Ακόμη και οι Τούρκοι αντίπαλοι του Τερτίπη μίλησαν με θαυμασμό για την τακτική και για τον ηρωισμό του στις μάχες. Τα κατορθώματά του στη Σέκλιζα και στη Ματαράγκα κατέστησαν τον Τερτίπη ήρωα στα μάτια των συναγωνιστών του και του λαού. Όπως διαβάζουμε στις εφημερίδες της εποχής εκείνης, ολόκληρη η Ελλάδα είχε πάθει «Τερτιπισμό», δηλαδή το όνομά του από το ένα άκρο της χώρας έως το άλλο αποτελούσε σύμβολο ανδρείας, ενώ λαϊκά τραγούδια υμνούσαν τα κατορθώματά του, όπως και την αυτοθυσία του Γεωργίου Λαΐου, επιστήθιου φίλου του και ατρόμητου συμπολεμιστή.













ΕΠΙΛΟΓΟΣ



 

Τρία χρόνια μετά την μεγαλειώδη μάχη, η Θεσσαλία ήταν πλέον ελεύθερη, και η 21η Μαρτίου ορίστηκε ημέρα Πανθεσσαλικού Εορτασμού. Χρόνια Πολλά!

 

 

 

https://www.facebook.com/karditsiotika.maslatia/

ΠΗΓΗ1

πηγη2

Ο Δημήτριος Σούτζος

Τό 1878 ή Τουρκία βρισκόταν σέ πόλεμο μέ τήν Ρωσία.

 Ή "Ελλάδα, μετά άπό πολύμηνους δισταγμούς, πού οφείλονταν σέ παρασκηνιακές ένέργειες τής άγγλικής διπλωματίας καί στήν πολιτική τών πρακτόρων της, μπήκε τήν τελευταία στιγμή στόν πόλεμο έναντίον τών Τούρκων καί ό Στρατηγός Σκαρλάτος Σοΰτζος εισέβαλε στήν Θεσσαλία έπικεφαλής τοϋ έλληνικοΰ στρατού. 

" Αλλά πριν περάση εικοσιτετράωρο άπό τήν εισβολή, ό ρωσοτουρικός" πόλεμος σταμάτησε μέ τήν Συνθήκη τοϋ ' Αγίου Στεφάνου, όποτε έπενέβησαν οί Μεγάλες Δυνάμεις καί ό στρατός μας άνεκλήθη. 
" Ομως ό έλληνικός άγώνας συνεχίσθηκε μέ άνταρτικά σώματα γιά μεγάλο διάστημα. Σέ ένα άπό αύτά άρχηγός ήταν ό Δημήτριος Σοΰτζος γιός τοϋ Σκαρλάτου Σούτζου, ό όποιος πούλησε ένα άπό τά κτήματά του καί έξόπλισε, άφοΰ οργάνωσε, άρκετούς Κιουρκακιώτες καί άλλους χωρικούς τής " Αττικής καθώς καί διάσημους παλληκαράδες τής "Αθήνας, όπως τόν Λάμπρο Βέικο, τόν Σπϋρο " Οριγώνη καί τόν "Αλβανό οπλαρχηγό Τσέλιο Πίτσαρη ή Τσελεπίτσαρη, ό όποιος έμεινε άργότερα θρυλικός γιά τίς προεκλογικές του διαδηλώσεις, όπου - κατά τόν Δ. Λαμπίκη - κατέβαινε στις έκλογές έπικεφαλής τοϋ «Ξυπόλυτου Τάγματος» μέ σημαία του τό τσαρούχι.
 Γιά τήν συμμετοχή τοϋ Δημητρίου Σούτζου, άλλά καί γιά τήν δράση του στίς έπιχειρήσεις τής Θεσσαλίας ή «Άκρόπολις» τοϋ Γαβριηλίδη στίς 10 Ιουνίου 1887, γράφει τά έξής: 

«... ' Ανακινηθέντος τοϋ ' Ελληνικού ζητήματος μετέβη εις Λαμίαν ένθα τή έντολή τοϋ άρχηγοϋντος τότε τοϋ ' Ελ. Στρατού πατρός του, ήσχολήθη εις τήν τοπογραφικήν μελέτην τών ' Ελληνικών συνόρων καί τή διαταγή τοϋ τότε Πρωθυπουργού Κουμουνδούρου κατεσκεύασε τήν άπό Λαμίας εις Δερβένι Φούρκαν άμαξη τήν οδόν, δής διέβησαν κατόπιν τά ' Ελληνικά στρατεύματα. « Ητο τότε πυρετώδης έποχή άπό ήμέρας εις ήμέραν άνεμένετο ή κήρυξις τοϋ κατά τής Τουρκίας πολέμου.
 Ή Πλεϋνα είχε πέσει μαστιζομένη ύπό τής πείνης, ό δέ Ρωσικός στρατός διελθών τά Βαλκάνια 
ήγε νικηφόρως πρός τήν Κωνσταντινούπολιν. «Τά πράγματα έδεινοϋντο έν ' Αθήναις 
Η οικουμενική είχε πέσει, ό δέ λαός έν φρενήρει συνταράξει έθραυε τάς ύέλους των παραθύρων όλων τών αρχηγών μεγάλων καί μικρών κομμάτων. 
Διά νά ησυχάσουν τά πράγματα έδώ, έπρεπε νά γίνη μιά κίνησις πρός τά σύνορα καί ό στρατηγός Σκαρλάτος Σοϋτζος έπικεφαλής τού ύπ' αυτόν στρατού διετάχθη νά προχωρήση πρός τό Τουρκικόν έδαφος. « Ο Δημήτριος Σοϋτζος σχηματίσας σώμα έκ τετρακοσίων έθελοντών, ήγε τήν έμπροοθοφυλακήν δεχθείς αύτός πρώτος τάς έκ τού Φρουρίου τού Δομοκού έκπεμπομένας σφαίρας τών Τουρκικών πυροβόλων.
 Ό στρατός ώδευε ταυτοχρόνως καί κατέλαβεν άπαντα τά πέριξ τού Δομοκού έπίκαιρα σημεία. 
Τό σώμα τού Δημ. Σούτζου, μετά τής έμπροσθοφυλακής τού στρατού, τού Κ. Δουρδούγια καί τού Κ. Ζέρβα, άπέκλεισε τήν άπό Δομοκού εις Φάρσαλα οδόν, καταλαβών τά χωρία Πουρνάρι καί Βελεοιώταις. 
' Η φρουρά τού Δομοκού ήρχετο εις διαπραγματεύσεις περί παραδόσεως αύτής, ή δέ πεδιάς τής Θεοοαλίας άφρούρητος καί καθ' ολοκληρίαν περιήρχετο εις χείρας τού ήμετέρου στρατού, οτε ή τότε κυβέρνησις ένόμισε καλόν, άφοϋ διέταξε τόν στρατόν νά προχωρήση, νά τόν ξαναδιατάξη νά ύποχωρήση « Ό κ Σούτζος όμως μετά τήν ύποχώρηοιν έκείνην, έπέστρεψεν εις έν έπαναστάσει τότε εύρισκομένην Θεσσαλία, άγων τούς ύπ' αύτόν έθελοντάς, όπου ένωθείς μετά τών έκεί σωμάτων τών κ.κ. ' Ισχομάχου καί Τερτίπη παρευρέθη ώς είς έκ τών άρχηγών είς τάς μάχας τής Στέκλιτζας καί τής Ματαράγκας· έν τή τελευταία ταύτη έφορμών κατά τίνος έχθρικής θέσεως έπί κεφαλής ολίγων έπιλέκτων έτραυματίσθη καιρίως. 
’ Η σφαίρα είχε διαπεράσει αύτόν καί σχηματίσει μεγίστην πληγή, έξ ής διά νά έπιζήση, έπρεπε νά είχε τήν σιδηράν κράσιν του. Μετά τάς πρώτας προχείρους περιποιήσεις, τόν μετέφερον μετά τινας ήμέρας είς Σμόκοβον, ένθα εύρίσκετο ή μήτηρ του, μετά τριών έβδομάδων νοσηλείας μετηνέχθη είς Αθήνας, έπί πολεμικού άτμοπλοίου καί μετά τρίμηνον νοσηλείαν άπεκατεστάθη ή ύγεία του πλήρως...». 

Γυρίζοντας λοιπόν, στήν Αθήνα μετά τήν κατάπαυση τού πυράς, όλοι αύτοί οί Αθηναίοι, πού πολέμησαν στήν Θεσσαλία κοντά στούς ντόπιους άντάρτες διατήρησαν τούς συναγωνιστικούς δεσμούς πού τούς είχαν ένώσει στις μάχες τού 1878 καί ένα χρόνο μετά, τό 1879, όταν ό Δημήτριος Σοϋτζος κατέβηκε στις έκλογές ώς ύποψήφιος δήμαρχος Αθηνών, βρέθηκαν όλοι πλάι του καί μετέφεραν τόν άγωνιστικό παλμό τής Θεσσαλίας στούς δρόμου^ τής προεκλογικής πρωτεύουσας.
 Ό Γ. Π Παρασκευόπουλος τότε καί γιά πολλά χρόνια, γενικός γραμματεύς τού Δήμου Αθηναίων, στό βιβλίο του οί «Δήμαρχοι τών Αθηνών» πού κυκλοφόρησε τό 1907, άναφέρει σχετικώς καί τά έξής: 

«... Ή 8η Απριλίου 1879 ήτο ή όρισθεισα ήμέρα, όπως οί δημόται ' Αθηναίοι προσέλθουν είς τάς κάλπας καί έκλέξουν τάς νέας δημοτικός ’ Αρχάς των. 
' Η έκλογή αύτή ένηργήθη ύπό τήν τροποποίηση τού περί δημαιρεσιών νόμου, όπως ή έκλογή όλων τών δημοτικών άρχών, ήτοι Δημάρχου. Παρέδρων καί Δημοτικών Συμβούλων ένεργεϊται έν μιά μόνο ήμέρα, παρίσταται δέ κατ' αύτήν δικαστικός άντιπρόσωπος. 
«Ή νέα έκλογή ύπήρξε πεισματώδης καί αί προεκλογικοί ένέργειαι πρωτοφανείς διά τάς Αθήνας. Από τής έποχής ταύτης έθεσμοποιήθησαν ούτως είπείν οί διαδηλώσεις καί ψηφοθηρικοί έκδρομαί. Αντίπαλοι ύποψήφιοι Δήμαρχοι ήσαν δύο μόνον: ό πρώην τοιοϋτος Π. Κυριάκός καί Δημήτριος Σοϋτζος νέος είσέτι τήν ήλικίαν (33 έτών) καί πρώτην φοράν κατερχόμενος εις τήν έκλογικήν διαπάλην. 
' Η επιτυχία τοϋ δευτέρου τούτου κατεδείχθη άπό τήν πρώτην ημέραν της προεκλογικής ένεργείας ύποστηριχθεΐοα καί ύπό των πλείστων τών τότε έφημερίδων. Κατά τό άποτέλεσμα τής ψηφοφορίας έλαβεν ούτος ψήφους λεύκάς έν όλω 2.840, ένώ ό Π. Κυριάκός έλαβε μόνο 1892. «Δημαρχιακοί Πάρεδροι κατά σειράν έπιτυχίας, ένεδείχθησαν οί Θ. Παπαλεξανδρής, Λ. Χατζηδημητρίου, Αν. Τσόχας, Θρ. Σαντοριναΐος, ' I. Σκαρδιάκος καί Δ. Συλυβριώτης. Δημοτικοί δέ Σύμβουλοι οί Δημ. Καλλιφρονάς Γ. Σιβιτανίδης, Ν. Λεβίδης, Ιωσήφ Γκινάκας, Δημ. Βριζάκης, Γ. Μίνως, Τιμ. Φιλήμων, Ά . Ολύμπιος, Μ Μελάς, Σ Χαλκοκονδύλης, Γ. Χατζηδημητρίου, Κ. Σταυρόπουλος, Αν. Βλάχος, Ιωακείμ ' Ιωσήφ, Πλάτων Στρέφης καί Κ. Κασαβέτης».

 Θά φανή ϊοως περίεργο πώς ένας νέος 33 έτών βάζει ύποψηφιότητα γιά δήμαρχος τών Αθηνών καί έκλέγεται μέ σημαντική πλειοψηφία (τηρουμένων βεβαίως τών άναλογιών), άπέναντι τοϋ άντιπάλου του, τοϋ Παναγή Κυριάκού, πού ήταν δήμαρχος άπό τό 1870 ώς τό 1879, όποτε έχασε τήν έκλογή, δηλαδή κάπου έννέα χρόνια. Οί λόγοι τοϋ φαινομένου ήσαν καί ψυχολογικοί καί ούσιαστικοί. Καί οί μέν ψυχολογικοί δέν είναι δύσκολο νά γίνουν άντιληπτοί άπό όσα ήδη έξιστορήσαμε.

ΠΗΓΗ-ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1980


Ο Δημητρίος Σούτζος Συγκρούστηκε σφοδρά με την κεντρική εξουσία, εκπροσώπησε τις λαϊκές τάξεις και τους οικονομικά αδύνατους, αποκτώντας το προσωνύμιο «Δήμαρχος των Λούστρων». Συνέδεσε το όνομά του με σημαντικά έργα (Δεξαμενή Λυκαβηττού, ανέγερση νέας Δημοτικής Αγοράς) και την καθιέρωση των λαϊκών διαδηλώσεων. Oι πολιτικοί του αντίπαλοι κατόρθωσαν να τον προσαγάγουν σε δίκη για απιστία και απάτη, αλλά ο Σούτσος αθωώθηκε πανηγυρικά και έμεινε στην ιστορία της Αθήνας ως ένας από τους πιο αξιόλογους δημοτικούς άρχοντες. Πέθανε σε ηλικία 58 ετών, το 1904, από καρδιακό νόσημα που οφειλόταν σε παλαιό τραύμα.

Author Name

MKRdezign

Φόρμα επικοινωνίας

Name

Email *

Message *

Powered by Blogger.